ΙΣΤΟΡΙΑ
ΦΙΛΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ: ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Του Χρήστου Στρυφτού∗

 

Η Φιλική Εταιρεία ήταν το Α και Ω της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Αυτό διότι συνέβαλλε στην εντατική οργάνωση της Επανάστασης θεσμικά και κοινωνικά. Έξι χρόνια μετά από την ίδρυση της Οδησσό της Ρωσίας, η Φιλική Εταιρεία πλέον με έδρα την Κωνσταντινούπολη συμβάλει δραστικά στην προετοιμασία του αγώνα οργανώνοντας την ελληνική κοινωνία με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι αποτελεσματική κατά την έκρηξη της Επανάστασης. Πιο συγκεκριμένα η εθνική ήταν η επίσημη ιδεολογία της Φιλικής Εταιρείας, όπου επρόκειτο για μια ιδεολογία με κοινωνικό περιεχόμενο. Ήταν μια ιδεολογία εξισωτική για τους ανθρώπους οι οποίοι επαναστατούσαν. Τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας λοιπόν αγωνίζονταν για μια κοινή ιδέα, την απελευθέρωση της αγαπημένης τους πατρίδας.[1]

Ειδικότερα από τους πιο εύπορους και υψηλά υφιστάμενους έως και τους πιο φτωχούς, η ιδεολογία της Φιλικής Εταιρείας λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος των κοινωνικών στρωμάτων των Ρωμηών. Οι γνωστοί Απόστολοι (Παπαφλέσσας, Χρ. Περραιβός, Ν. Θέμελης, Σακελ. Κοκοσιώτης, Φαρμάκης κ.α.)  στέλνονται από τη Φιλική Εταιρεία ώστε να μυήσουν τους Έλληνες πατριώτες, από τους οποίους η περισσότεροι βρίσκονται στην ηπειρωτική Ελλάδα. Κατά την πρώτη περίοδο της Φιλικής Εταιρείας συμμετείχαν κυρίως άνθρωποι επιχειρηματίες και αστοί. Αυτό μπορεί να διαπιστωθεί από το γεγονός ότι οι ιδρυτές της Φιλικής Εταιρείας ο Εμ. Ξάνθος, ο Αθ. Τσακάλωφ, ο Ν. Σκουφάς και ο Π. Αναγνωστόπουλος ήταν άνθρωποι που εκπροσωπούσαν την αστική τάξη της εποχής. Αυτό όμως δεν αρκούσε, έπρεπε να ενσωματωθεί δυναμικό και από τα υπόλοιπα κοινωνικά στρώματα που δρούσαν στη Ρούμελη, την Πελοπόννησο, την Ήπειρο και τα Νησιά.[2] Στην δεύτερη λοιπόν περίοδο της Φιλικής Εταιρείας από το 1818-1821, συμμετέχουν ενεργά στην οργάνωση λόγιοι, οπλαρχηγοί, πολεμιστές, κοτζαμπάσηδες και καραβοκυραίοι. Οι κοτζαμπάσηδες στη στεριά και οι καραβοκύρηδες στη θάλασσα χρησιμοποιήθηκαν από τους μύστες της Φιλικής Εταιρείας λόγω του οικονομικού πλούτου που διέθεταν και του κοινωνικού τους κύρους. Ο πλούτος που διέθεταν αυτά τα άτομα χρειάστηκε πολλές φορές να ξοδευτεί ώστε να χρηματοδοτηθεί η προσπάθεια της Φιλικής Εταιρείας. Στη στεριά όταν ο κάθε κοτζαμπάσης  αποφασίζει να εξεγερθεί, τότε μαζί του πείθει λόγω της υψηλής θέσης του να ξεσηκωθούν εκατοντάδες απλοί Ρωμηοί. Το ίδιο συνέβαινε και στα νησιά με τους καπεταναίους.[3] Αντίστοιχα η Φιλική Εταιρεία προσέγγισε πολλά άτομα της Εκκλησίας, μητροπολίτες, ιερείς και μοναχούς. Δάσκαλοι του Γένους οι οποίοι βρίσκονταν στα μοναστήρια και στις Εκκλησίες όπου αποτελούσαν επαναστατικούς πυρήνες. Ένας δεσπότης εξαιτίας της υψηλής θέσης και του κύρους του μπορούσε να πείσει πάρα πολλούς πιστούς από το ποίμνιο του να εξεγερθούν. Ο  Παπαφλέσσας ( Γρηγόριος Δίκαιος) όταν έφυγε από την Κωνσταντινούπολη ως πατριαρχικός έξαρχος κατευθυνόμενος προς τη Πάτρα, πήγε για να συγκεντρώσει χρήματα για το Πατριαρχείο ενώ θα τα έδινε κρυφά στη Φιλική Εταιρεία.[4]

Ένας πολύ μεγάλος αριθμός των μελών της Φιλικής Εταιρείας ζούσε στις παραδουνάβιες ηγεμονίες, ενώ το 40τοις εκατό των μελών της ήταν Πελοποννήσιοι καθώς η επανάσταση μετέπειτα πέτυχε στην Πελοπόννησο με τους κοτζαμπάσηδες παρά στο Ιάσιο με τον Αλ. Υψηλάντη. Στη Ρούμελη οι φιλικοί μύστες ενδιαφέρθηκαν κυρίως να μυήσουν αρματολούς (π.χ Αθ. Διάκος, Οδ. Ανδρούτσος) , διότι εκεί αυτοί ήταν που είχαν εξουσία και όπλα. Στα Επτάνησα οι φιλικοί απευθύνθηκαν σε συγκεκριμένες οικογένειες που είχαν συγκεκριμένη υψηλή κοινωνική θέση, όπως για παράδειγμα η οικογένεια Μεταξά στην Κεφαλονιά και η οικογένεια Καποδίστρια στην Κέρκυρα. Συγκεκριμένα ο Βιάρος Καποδίστριας αδελφός του τότε υπουργού εξωτερικών της τσαρικής Ρωσίας Ιωάννη Καποδίστρια, αναλαμβάνει την μεταφορά της αλληλογραφίας της Φιλικής   Εταιρείας. Τα ενοποιητικά κοινωνικά χαρακτηριστικά των νέων μελών της Φιλικής Εταιρείας ήταν ο πλούτος, ή εξουσία και το κύρος- επιρροή που αντλούσαν στις λαϊκές μάζες. Η Φιλική Εταιρεία γεννημένη μέσα από τον κόσμο των λογίων και διαφωτιστών στις περιοχές της ελληνικής διασποράς, γεωγραφικά διευρύνεται οργανώνοντας πλέον την Επανάσταση  στην Πελοπόννησο και την Ρούμελη με τα κατάλληλα πρόσωπα. Ο αρχιστράτηγος της Πελοποννήσου Θεόδωρος Κολοκοτρώνης μυήθηκε από εθναπόστολο Χριστόφορο Περραιβό. Ο επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός και ο Βιάρος Καποδίστριας μυήθηκαν από τον Δημήτριο Ύπατρο. Σημαντικό είναι να σημειωθεί πως δεν μαθεύτηκε ποτέ για το ποιος ήταν πραγματικά ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Στο Ισμαήλιο της Βεσσαραβίας  ο Παπαφλέσσας βρίσκεται με τον Παναγιώτη Σέκερη ο οποίος ήταν σημαντικός χρηματοδότης της οργάνωσης, προσπαθώντας να εξακριβώσουν το πρόσωπο που ηγούταν όλης αυτής της προσπάθειας. Ο γραμματέας της οργάνωσης Θεόδωρος Νέγρης προσπάθησε να επικοινωνήσει με τον Ιωάννη Καποδίστρια επίσης να μάθει αν εκείνος ήταν ο αρχηγός της οργάνωσης. Υπήρχε μεγάλη μυστικότητα και τρομερός συνωμοτισμός κάποια πράγματα που αφορούσαν την ηγεσία της Φιλικής Εταιρείας αποτελούσαν επτασφράγιστα μυστικά. Για αυτό τον λόγο ο Καμαρινός και ο Γαλάτης φονεύθηκαν από άλλα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, διότι έψαχναν συνεχώς να βρουν τον αρχηγό της. Παρόλο που ήταν κι εκείνοι μέλη της Εταιρείας θεωρήθηκαν επικίνδυνοι γι αυτό και δολοφονήθηκαν πιθανόν από τον Ξάνθο και τον Τσακάλωφ.

Διάφορα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα ανάγκασαν τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο να διαμορφώσει τις περίφημες Εφορίες. Τοπικές οργανώσεις της Φιλικής Εταιρείας που είχαν πραγματικά επαναστατικό χαρακτήρα. Το όνομα Εφορίες ήταν μια ενδεικτική ονομασία αλλά και ιστορική για τους Ρωμηούς, η οποία σχετίζονταν με όργανο διοίκησης της αρχαίας Ελλάδας. Οι Εφορίες εκτός από το να μυούν μέλη στην οργάνωση ήταν και υπεύθυνες για την διαμεσολάβηση των σχέσεων των τοπικών μελών με τους αρχηγούς. Καθόριζαν την διαχείρηση των χρημάτων που επιμελούνταν ο Σέκερης που ήταν ταμίας. Οι Εφορίες επέβλεπαν τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας, καθώς και απέτρεπαν συγκρούσεις και έριδες που προέκυπταν από την διαδικασία ανάδειξης αρχηγών  – εφόρων. Η Φιλική Εταιρεία γίνεται αρτιότερη με την δημιουργία των Εφοριών. Το σύστημα αυτό των Εφοριών δοκιμάστηκε για πρώτη φορά στις παραδουνάβιες ηγεμονίες.[5] Οι αργηγοί – έφοροι ήταν άτομα υψηλού κύρους και εμπιστοσύνης. Δεν άργησαν όμως οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των κοτζαμπάσηδων Ζαΐμη και Περούκα εναντίον του Αλ. Υψηλάντη, ο οποίος ως Γενικός Έφορος της Φιλικής Εταιρείας δεν τους επέλεξε για τις θέσεις των εφόρων διότι είχαν φιλοδοξίες. Παρόλες τις διαφωνίες και αντιπαραθέσεις δεν σημειώθηκε ποτέ καμία προδωσία ούτε αποχώρηση μέλους από την Φιλική Εταιρεία. Όλοι έμειναν πιστοί μέχρι την τελική πραγμάτωση του σκοπού αυτής της οργάνωσης, δηλαδή την εξέγερση τους εναντίον των Οθωμανών κατακτητών και την λευτεριά της πατρίδας τους.[6]

Υποσημειώσεις

[1] Πέτρος Πιζάνιας, «Η Ελληνική Επανάσταση του 1821-Ένα ευρωπαϊκό γεγονός», εκδ. ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΙΟΝΙΟΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ/ΚΕΔΡΟΣ,2009, σελ 35-41

[2] Απόστολος Βακαλόπουλος, «Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821», εκδ. Ο.Ε.Δ.Β.,Αθήνα, 1971, σελ 24-40

[3] Εμμανουήλ Ξάνθος, «Απομνημονεύματα περί της Φιλικής Εταιρείας», Αθήνα, 1845, εκδ. ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ Α. ΓΚΑΡΠΟΛΑ, σελ 7-160

[4] . Γεώργιος Δ. Μεταλληνός – Δημήτριος Γ. Μεταλληνός, «ΕΘΝΑΡΧΙΑ-Ο Ελληνισμός στην Οθωμανική Αυτοκρατορία», εκδ . ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΑΚΥΝΘΟΣ, Αθήνα, 2015, σελ 138

[5] Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τομ. 9ος, εκδ. ΦΑΡΟΣ, Αθήνα, 1983, σελ 9-21

[6] Ιωάννης Φιλήμων, «Δοκίμιον ιστορικόν περί της Φιλικής Εταιρείας», Ναύπλιο, 1834, σελ 127-200

 

∗ Ο Χρήστος Στρυφτός είναι ιστορικός

Related Post

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *