ΑΠΟΨΕΙΣ
ΠΩΣ ΘΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙ Η ΤΕΧΕΡΑΝΗ ΣΤΗΝ ΙΣΡΑΗΛΙΝΗ ΕΠΙΘΕΣΗ

Γράφει ο Γιώργος Βενέτης*

Ο φόβος ότι οι επιπτώσεις του πολέμου στη Γάζα θα επεκταθούν σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή ήρθε ένα βήμα πιο κοντά στην πραγματικότητα, με την ισραηλινή αεροπορική επιδρομή κατά του ιρανικού προξενείου στη Δαμασκό της Συρίας. Όπως είναι γνωστό σκότωσε έξι Ιρανούς, συμπεριλαμβανομένου ενός ανώτερου διοικητή στην επίλεκτη μονάδα Al-Quds των Φρουρών της Επανάστασης.

Ενώ το Ισραήλ πραγματοποιεί τακτικά αεροπορικές επιδρομές εναντίον ιρανικών στόχων και δολοφονίες ιρανικού στρατιωτικού προσωπικού στη Συρία, η κατά σαφή παραβίαση του διεθνούς δικαίου επίθεση στο προξενείο, που θεωρείται κυρίαρχο έδαφος του Ιράν, σηματοδοτεί μια σημαντική κλιμάκωση. Μέχρι τώρα, η Τεχεράνη ήταν σχετικά συγκρατημένη στις απαντήσεις της στις ισραηλινές ενέργειες, καθώς θέλει να αποφύγει έναν ολοκληρωτικό πόλεμο.

O Ιρανός Πρόεδρος Εμπραχίμ Ραΐσι αλλά και άλλοι αξιωματούχοι απειλούν με εκδίκηση, υποστηρίζοντας ότι το Ιράν έχει το νόμιμο δικαίωμα να επιτεθεί στις ανά τον κόσμο πρεσβείες του Ισραήλ. Μέλος του Κοινοβουλίου προχώρησε παραπέρα και κάλεσε ανοιχτά για επίθεση στα «σιωνιστικά διπλωματικά κέντρα» στην περιοχή, ξεχωρίζοντας το γειτονικό Αζερμπαϊτζάν, στενό σύμμαχο του Ισραήλ. Αξίζει να σημειωθεί ότι απαντώντας σε προηγούμενες εικαζόμενες ισραηλινές επιθέσεις, το Ιράν χτύπησε στόχους στο Ιρακινό Κουρδιστάν, μια άλλη περιφερειακή οντότητα με ισχυρούς δεσμούς με το Ισραήλ. Το ενδεχόμενο αυτό θα σημάνει αυξημένους κινδύνους περαιτέρω κλιμάκωσης στην ευρύτερη περιοχή.

Η κλιμάκωση ως επιδιωκόμενος τρόπος για το Ισραήλ να βγει από το αδιέξοδο της Γάζας έχει δύο στοιχεία. Το κυριότερο είναι να προκληθεί το Ιράν να αντεπιτεθεί δυναμικά, γεγονός που θα επιτρέψει στο Ισραήλ να αιτηθεί προστασίας, ενώ θα αυξήσει την πιθανότητα οι ΗΠΑ να εμπλακούν άμεσα στη σύγκρουση. Παράλληλα, αυτή η εξέλιξη θα ωθήσει τη συζήτηση μακριά από την καταστροφή που προκαλείται στη Γάζα, όπου θα ενταθεί η γενοκτονική δράση, υπό την κάλυψη που θα προσφέρει μία περιφερειακή σύγκρουση.

Το Ισραήλ αναζητά μία διέξοδο από μια κατάσταση στην οποία ο διακηρυγμένος στόχος του για καταστροφή της Χαμάς είναι απρόσιτος. Η δε παγκόσμια απομόνωσή του, λόγω των ακροτήτων του στη Γάζα, είναι αναμφισβήτητη. Η συνήθως αυτόματη υποστήριξη των ΗΠΑ έχει τεθεί υπό όρους. Για τον Νετανιάχου προσωπικά, η κλιμάκωση του πολέμου είναι ίσως η μόνη προφανής ελπίδα του για να αποτρέψει τις πολιτικές και νομικές του δυσκολίες.

Ο αυτοεγκλωβισμός του Νετανιάχου προσιδιάζει σε αυτόν του Ζελένσκι και στις προσπάθειες του προέδρου της Ουκρανίας να εμπλέξει τη Δύση στον πόλεμο (με τελευταία προσπάθεια τα πλήγματα στον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια). Θεωρεί καιροσκοπικά ότι η επέκταση του πολέμου θα δώσει λύση στο αδιέξοδο που έχει οδηγήσει τη χώρα του, εξασφαλίζοντας παράλληλα την πολιτική του επιβίωση. Αμφότεροι αδιαφορούν για τις προεκτάσεις που μπορεί να πάρει η διεύρυνση του πολέμου για την παγκόσμια κοινότητα.

Το χτύπημα του συγκροτήματος της πρεσβείας αποτελεί άμεση επίθεση στο Ιράν και πρέπει να απαντηθεί. Το ζητούμενο είναι το μέγεθος της απάντησης. Οι Ιρανοί ηγέτες καθώς γνωρίζουν ότι η εμπλοκή σε έναν πόλεμο δεν θα ήταν προς το συμφέρον της χώρας, θα προσπαθήσουν να μη δράσουν με θυμικό παρορμητισμό αλλά με ρεαλισμό. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το Ιράν θα πρέπει να απαντήσει με κάποιο τρόπο στην ισραηλινή επίθεση. Το να προβλέψει κάποιος ακριβώς ποιες από τις διαθέσιμες επιλογές θα χρησιμοποιήσει είναι τόσο δύσκολο όσο δύσκολες είναι και οι αποφάσεις των ίδιων των ηγετών του Ιράν.

Το Ιράν έχει διάφορες επιλογές αντίδρασης. Έχει πυραύλους ακριβείας μεγάλου βεληνεκούς με τους οποίους θα μπορούσε να χτυπήσει στόχους στο Ισραήλ, στην Ερυθρά Θάλασσα ή στόχους των ΗΠΑ στο Ιράκ και τη Συρία. Μπορεί επίσης να αυξήσει την υποστήριξη στον άξονα της αντίστασης με την προμήθεια πιο προηγμένων όπλων. Μία απάντηση θα ήταν επίσης η ώθηση των βαριά οπλισμένων πληρεξούσιών του, σε Συρία και Ιράκ να επιτεθούν κατά των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων, ή ακόμη η χρησιμοποίηση της Χεζμπολάχ για να πλήξει άμεσα το Ισραήλ.

Το πιθανότερο είναι το Ιράν να αποφύγει μία κλιμάκωση που θα οδηγούσε σε έναν ολοκληρωτικό πόλεμο με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, ενώ θα έστρεφε την παγκόσμια κοινή γνώμη εναντίον του, πέφτοντας στην παγίδα του Ισραήλ. Το πιθανότερο είναι να χρησιμοποιήσει τους πληρεξούσιους του, προκειμένου αυτοί να προχωρήσουν σε επιλεκτικές επιθέσεις κυρίως κατά του Ισραήλ και λιγότερο κατά των ΗΠΑ.

Οι φόβοι της Ουάσιγκτον

Η απροσδόκητη ισραηλινή επίθεση στο ιρανικό διπλωματικό κτίριο στη Συρία αυξάνει τους φόβους της αμερικανικής κυβέρνησης για κλιμάκωση του πολέμου, σε μία εκλογική χρονιά που ο Μπάιντεν διεκδικεί την επανεκλογή του. Ο Αμερικανός πρόεδρος θα επιδιώξει να κρατήσει τις ΗΠΑ μακριά από την άμεση επέμβαση, επειδή η αμερικανική κοινή γνώμη στρατεύεται ενάντια σε έναν νέο πόλεμο στη Μέση Ανατολή, μετά το Ιράκ και το Αφγανιστάν.

Στο πλαίσιο αυτό ιρανικές διπλωματικές πηγές αναφέρουν, ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να πείσουν το Ιράν να μην ανταποδώσει το Ισραήλ για τον βομβαρδισμό της ιρανικής πρεσβείας στη Συρία. Πηγή του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών είπε στην Al-Jarida ότι η Ουάσιγκτον πρόσφερε στην Τεχεράνη άμεσες διαπραγματεύσεις με το Τελ Αβίβ για την αποκλιμάκωση της σύγκρουσης. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, η Ουάσιγκτον θα εγγυηθεί ότι θα πείσει το Τελ Αβίβ να σταματήσει τις στρατιωτικές του επιχειρήσεις στη Συρία και τον Λίβανο, υπό τον όρο ότι το Ιράν θα δεσμευτεί να μην απαντήσει στο Ισραήλ για την επίθεση στη Δαμασκό. Την ίδια στιγμή όμως, διπλωματική πηγή στη Βηρυτό ανέφερε στο Al-Jarida ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Νετανιάχου απέρριψε την αμερικανική πρόταση να δεσμευτεί να σταματήσει τις επιθέσεις στη Συρία.

Η κλιμακούμενη ένταση ανησυχεί όχι μόνο τις ΗΠΑ αλλά και άλλους μεγάλους παίκτες της παγκόσμιας κοινότητας, όπως η Κίνα και η Ρωσία. Σε αυτό ακριβώς το σημείο, εδράζονται οι διεθνείς πιέσεις, με απώτερο στόχο να αποκλιμακωθεί η ένταση και να αποφευχθεί το χειρότερο, το οποίο θα συνεπαγόταν έναν ολοκληρωτικό πόλεμο ανάμεσα στους πλέον θανάσιμους εχθρούς παγκοσμίως.

Πέρα από τις γεωπολιτικές αναταράξεις η παγκόσμια κοινότητα ανησυχεί και για το οικονομικό αποτύπωμα μίας απευκταίας κλιμάκωσης. Οι επιπτώσεις από ενδεχόμενο κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ από το Ιράν θα είναι σημαντικές, καθώς περίπου το 1/5 του όγκου της παγκόσμιας κατανάλωσης πετρελαίου διέρχεται καθημερινά από εκεί. Κατά μέσο όρο 20,5 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου και πετρελαιοειδών περνούν καθημερινά από τα Στενά του Ορμούζ σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας αναλύσεων Vortexa.

Παράλληλα οι Αμερικανοί διαβεβαίωσαν τους Ιρανούς, ότι δεν είχαν καμία εκ των προτέρων πληροφόρηση για την ισραηλινή επίθεση στη Δαμασκό, πόσο μάλλον κανέναν ρόλο σε αυτήν. Ισραηλινοί αξιωματούχοι ανέφεραν επίσης, ότι το Ισραήλ ενημέρωσε την Ουάσιγκτον μόνο λίγα λεπτά πριν από την αεροπορική επιδρομή. Το Ισραήλ «δεν ζήτησε το αμερικανικό πράσινο φως για να το πυροδοτήσει», επέμειναν. Ωστόσο, η ανάπτυξη αεροσκαφών F-35 για μια τέτοια αποστολή δεν είναι τυχαία.

Συμπερασματικά, η ασυνήθης επικοινωνία της Ουάσιγκτον με την Τεχεράνη δείχνει ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν ανησυχεί και φοβάται, ότι το ισραηλινό χτύπημα θα μπορούσε να οδηγήσει σε περιφερειακή σύγκρουση, με αβέβαιη την εξέλιξη για τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή. Με τη διαφαινόμενη ρωσική νίκη στην Ουκρανία, μία ακόμη αποτυχία στο μέτωπο Μέσης Ανατολής, θα “ενταφίαζε” τις λίγες πιθανότητες που έχει ο Μπάιντεν να επανεκλεγεί.

*Ο Γιώργος Βενέτης σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες. Είναι και απόφοιτος του Ινστιτούτου του Πανεπιστημίου Paul Valery Montpellier III – Arts et Lettres-Langues et Sciences Humaines. Ομιλεί Γαλλικά και Αγγλικά. Στα ενδιαφέροντά του είναι η Γεωπολιτική και η Ιστορία.

(To άρθρο εκφράζει αποκλειστικά προσωπικές απόψεις και εκτιμήσεις του συντάκτη)

Πηγή: Slpress.gr

Related Post

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *