Γράφει ο Σπυρίδων Θεοχαράκος*
Τις τελευταίες δεκαετίες η Άγκυρα επιχειρεί απροκάλυπτα και συστηματικά να αποδομήσει διεθνείς κανόνες στο πλαίσιο της αναθεωρητικής πολιτικής της. Τα σύνορα της σύγχρονης Τουρκίας ορίζονται από τη Συνθήκη της Λοζάνης, η υπογραφή της οποίας πραγματοποιήθηκε την 24η Ιουλίου 1923. Με περίσσεια αλαζονεία Τούρκοι αξιωματούχοι προβαίνουν σε δηλώσεις περί αναθεώρησης της εν λόγω Συνθήκης, με διεκδικήσεις προς γειτονικά της κράτη, συμπεριλαμβανόμενης και της Ελλάδας. Ως έθνος, είναι ζωτικής σημασίας να διαθέτουμε τόσο την απαραίτητη αποτρεπτική ισχύ απέναντι σε τέτοιες χώρες, όσο και την απαραίτητη επιχειρηματολογία που πηγάζει από το Διεθνές Δίκαιο. Στο παρόν άρθρο θα εξεταστεί το καθεστώς στρατιωτικοποίησης των νήσων του ανατολικού Αιγαίου, με βάση τις υπογραφείσες Συνθήκες.
Νήσοι Λήμνος και Σαμοθράκη
Το καθεστώς των νήσων Λήμνου και Σαμοθράκης διέπεται από τη Συνθήκη Ειρήνης της Λοζάνης για τα Στενά του 1923, η οποία αντικαταστάθηκε με τη Σύμβαση του Μοντρέ του 1936. Η Σύμβαση της Λοζάνης όριζε πως ουδετεροποιούνται οι νήσοι Λήμνος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος και Λαγούσες νήσοι (Μαυριαί). Προς εξασφάλιση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας των Στενών, οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας συμφώνησαν στην υπογραφή μιας νέας Σύμβασης, αυτής του Μοντρέ, η οποία θα αντικαθιστούσε το καθεστώς αποστρατικοποίησης στην περιοχή. Στη Σύμβαση υπάρχει ρητή διάταξη περί κατάργησης της Σύμβαση της Λοζάνης, σε ό,τι αφορά το καθεστώς των Στενών. Συγκεκριμένα προβλέπεται «επανοπλισμός» των νήσων Ίμβρος και Τένεδος από την Τουρκία και αντίστοιχα των νήσων Λήμνος και Σαμοθράκη από την Ελλάδα.
Το γεγονός αυτό πιστοποιείται από τη διπλωματική αλληλογραφία της εποχής, κυρίως από την επιστολή προς τον Έλληνα Πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά του Τούρκου Πρέσβη στην Αθήνα Ρουσέν Εσρέφ, στις 6 Μαΐου 1936. Κατόπιν «εντολής της Κυβέρνησής του» αναφέρει επί λέξει «είμαστε εξ ολοκλήρου σύμφωνοι όσον αφορά στον εξοπλισμό (militarization) των νήσων Σαμοθράκης και Λήμνου, ταυτόχρονα με τον εξοπλισμό των Στενών». Επιπρόσθετα, ο τότε Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, Ρουστού Αράς, απευθυνόμενος προς την Τουρκική Εθνοσυνέλευση με την ευκαιρία της κύρωσης της Συμβάσεως του Μοντρέ, αναγνώρισε ανεπιφύλακτα το νόμιμο δικαίωμα της Ελλάδας να εγκαταστήσει στρατεύματα στη Λήμνο και τη Σαμοθράκη, με τις εξής δηλώσεις του: «Οι διατάξεις που αφορούν τις νήσους Λήμνο και Σαμοθράκη, οι οποίες ανήκουν στη γειτονική μας και φιλική χώρα Ελλάδα και είχαν αποστρατιωτικοποιηθεί κατ” εφαρμογήν της Σύμβασης της Λοζάνης του 1923, επίσης καταργήθηκαν με τη νέα Σύμβαση του Μοντρέ και αυτό μας ευχαριστεί ιδιαίτερα» (Εφημερίδα των πρακτικών της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, τεύχος 12, Ιούλιος 31/1936, σελ. 309).
Νήσοι Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία
Όσον αφορά τις νήσους Λέσβο, Χίο, Σάμο και Ικαρία, τα άρθρα 6, 12, 15 και 16 της Συνθήκης της Λοζάνης καθιστούν σαφή την πλήρη παραίτηση της Τουρκίας από οποιοδήποτε δικαίωμα επί των νήσων του ανατολικού Αιγαίου. Η Συνθήκη στο άρθρο 13 προβλέπει μερική αποστρατιωτικοποίηση, με ρητή αναφορά αποκλειστικά και μόνο σε απαγόρευση εγκατάστασης ναυτικής βάσης και ανέγερσης οχυρωματικών έργων. Στο ίδιο άρθρο, προβλέπεται απαγόρευση της στρατιωτικής αεροπορίας της Ελλάδας να υπερίπταται από τα εδάφη της Ανατολίας, ενώ αντίστοιχα απαγορεύεται από την στρατιωτική αεροπορία της Τουρκίας να υπερίπταται από τις νήσους αυτές. Τέλος, προβλέπεται για την Ελλάδα να διατηρεί συνήθη αριθμό καλουμένων για τη στρατιωτική θητεία στρατιωτών, οι οποίοι δύνανται να εκπαιδεύονται επί τόπου, καθώς επίσης και δυνάμεων Χωροφυλακής και Αστυνομίας (δεν υπάρχει αναφορά σε αριθμούς). Όπως αναφέρει κείμενο του Υπουργείου Εξωτερικών, «Ενώ η Ελλάδα έχει μέχρι σήμερα εφαρμόσει με συνέπεια τις παραπάνω διατάξεις, η Τουρκία, παρά το γεγονός ότι υποχρεούται σύμφωνα με το ίδιο άρθρο να μην επιτρέπει στα στρατιωτικά της αεροσκάφη να υπερίπτανται του εναερίου χώρου των εν λόγω ελληνικών νησιών, έχει επανειλημμένως παραβιάσει και συνεχίζει να παραβιάζει τις σχετικές νομικές της υποχρεώσεις».
Νήσοι Ν.Α. Αιγαίου (Δωδεκάνησα)
Στο άρθρο 15 της Συνθήκης Ειρήνης της Λοζάνης, «Η Τουρκία παραιτείται υπέρ της Ιταλίας παντός δικαιώματος και τίτλου επί των κάτωθι απαριθμουμένων νήσων, τουτέστι της Αστυπάλαιας, Ρόδου, Χάλκης, Καρπάθου, Κάσσου, Τήλου, Νισύρου, Καλύμνου, Λέρου, Πάτμου, Λειψούς, Σύμης και Κω, των κατεχομένων νυν υπό της Ιταλίας και των νησίδων των εξ αυτών εξαρτωμένων, ως και της νήσου Καστελλορίζου». Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπεγράφη μεταξύ των Συμμάχων (συμπεριλαμβανόμενης και της Ελλάδας) και της Ιταλίας η Συνθήκη των Παρισίων της 10ης Φεβρουαρίου 1947, βάσει της οποίας η Ιταλία εκχωρεί στην Ελλάδα με πλήρη κυριαρχία τις νήσους του συμπλέγματος της Δωδεκανήσου και τις παρακείμενες νησίδες.
Οι διατάξεις της εν λόγω Συνθήκης προβλέπουν την αποστρατιωτικοποίηση των νήσων αυτών: «Αι ανωτέρω νήσοι θα αποστρατιωτικοποιηθώσι και θα παραμείνωσιν αποστρατιωτικοποιημέναι».Έκτοτε, στα Δωδεκάνησα υφίστανται ορισμένες δυνάμεις εθνοφυλακής, οι οποίες έχουν δηλωθεί σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της Συνθήκης για τις συμβατικές δυνάμεις στην Ευρώπη (CFE). Η Ελλάδα, ως διάδοχο κράτος της Ιταλίας στην κυριαρχία των Δωδεκανήσων αντλεί τα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συνθήκες.
Οι ισχυρισμοί της Τουρκίας περί παραβίασης από την πλευρά της Ελλάδας του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης της Δωδεκανήσου είναι αβάσιμοι για τους παρακάτω λόγους.
Αφενός η Τουρκία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης των Παρισίων του 1947. Οι διατάξεις, επομένως, της Συνθήκης αποτελούν για την Άγκυρα res inter alios acta, δηλαδή ζήτημα που αφορά άλλα κράτη, και δεν μπορεί να τις επικαλείται. Αυτό καθίσταται σαφές τόσο στο άρθρο 89 της Συνθήκης, σύμφωνα με το οποίο οι διατάξεις της δεν δημιουργούν δικαιώματα και οφέλη σε κράτη, που δεν είναι μέρη της, όσο και στο άρθρο 34 της Συνθήκης της Βιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, «μια συνθήκη δεν δημιουργεί υποχρεώσεις ή δικαιώματα για τρίτες χώρες» εκτός των συμβαλλομένων.
Αφετέρου, τα καθεστώτα αποστρατικοποίησης είναι προσωρινά, καθόσον αποβλέπουν στην αποφυγή των εχθροπραξιών αμέσως μετά το τέλος μιας διεθνούς σύγκρουσης. Στην περίπτωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ο φόβος επανάληψης των εχθροπραξιών αναιρέθηκε με την υπογραφή των σχετικών συμφωνιών τη δεκαετία του 1930. Επιπλέον, ένα καθεστώς αποστρατικοποίησης λειτουργεί σε αυστηρώς ειρηνικό περιβάλλον, πολλώ δε μάλλον όταν δεν προστατεύεται από διεθνείς εγγυήσεις. Όταν όμως το περιβάλλον πάψει να είναι τέτοιο, τότε προβλέπεται θεμελιώδης αλλαγή των περιστάσεων, σύμφωνα με όσα ορίζει το άρθρο 62 της Σύμβασης της Βιέννης περί του δικαίου των Συνθηκών.
Σύμφωνα με την ερμηνεία του Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας, «Η πρόβλεψη περί αποστρατιωτικοποίησης των Δωδεκανήσων έγινε μετά από αποφασιστική παρέμβαση της Σοβιετικής Ένωσης και απηχεί τις πολιτικές σκοπιμότητες της Μόσχας εκείνη τη χρονική περίοδο. Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι τα καθεστώτα αποστρατιωτικοποίησης έχασαν το λόγο ύπαρξής τους με τη δημιουργία των συνασπισμών του ΝΑΤΟ και του Συμφώνου της Βαρσοβίας, ως ασύμβατα με τη συμμετοχή χωρών σε στρατιωτικούς συνασπισμούς. Στο πλαίσιο αυτό, το καθεστώς της αποστρατιωτικοποίησης έπαψε να εφαρμόζεται για τα ιταλικά νησιά Panteleria, Lampedusa, Lampione και Linosa, καθώς και για τη Δυτική Γερμανία από τη μια πλευρά, και τη Βουλγαρία, Ρουμανία, Αν. Γερμανία, Ουγγαρία και Φινλανδία από την άλλη πλευρά».
Απέναντι στις ανυπόστατες αιτιάσεις τις Άγκυρας περί παραβίασης των συνθηκών από μέρους της Αθήνας, οφείλουμε να γνωρίζουμε τι ισχύει, με βάση τις ισχύουσες συνθήκες, το Διεθνές Δίκαιο και τη νομολογία των Διεθνών Δικαστηρίων. Η Ελλάδα ως κυρίαρχο κράτος δεν μπορεί να παραιτηθεί από το φυσικό και νόμιμο δικαίωμά της για άμυνα. Η νόμιμη άμυνα είναι η μόνη εξαίρεση στον κανόνα περί μη χρήσης βίας στο Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, ενώ έχει χαρακτήρα αναγκαστικού δικαίου (jus cogens), υπερισχύει δηλαδή, όλων των άλλων διεθνών κανόνων. Εφόσον δεν υφίσταται καμία διεθνής εγγύηση υπέρ των απειλούμενων αποστρατικοποιημένων νήσων, κανένας κανόνας του Διεθνούς Δικαίου δεν απαγορεύει της ενέργειες της Ελλάδας για αμυντική προπαρασκευή. Πολλώ δε μάλλον, τη στιγμή που η Τουρκία, παραβιάζοντας κατάφωρα το Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, την απειλεί με πόλεμο (casus belli) σε περίπτωση που ασκήσει ένα νόμιμο και κυριαρχικό δικαίωμα που της παρέχει το διεθνές δίκαιο (η τουρκική Εθνοσυνέλευση εξουσιοδότησε με ψήφισμά της (8/6/1995) την τουρκική κυβέρνηση, εν λευκώ και στο διηνεκές, να κηρύξει πόλεμο στην Ελλάδα (εξουσιοδότηση για χρήση και στρατιωτικών μέσων κατά της Ελλάδος), σε περίπτωση που η τελευταία επεκτείνει την αιγιαλίτιδα ζώνη της πέραν των 6 ν.μ. στο Αιγαίο).
Βιβλιογραφία
- ΙΜΒΡΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ – ΘΡΑΚΗΣ. (2013, August 29). Η Συνθήκη της Λωζάνης (το πλήρες κείμενο) – ΙΜΒΡΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ. ΙΜΒΡΙΑΚΗ ΕΝΩΣΗ. https://imbrosunion.com/174-2/
- Παπαφλωράτος, Ι. (2022). Το νομικό καθεστώς των νήσων του Αιγαίου.
- https://www.mfa.gr/zitimata-ellinotourkikon-sheseon/eidikotera-keimena/tourkikoi-ishirismoi-apostratikopoiisis-nison-aigaiou.html
- https://www.mfa.gr/zitimata-ellinotourkikon-sheseon/eidikotera-keimena/aigialitida-zoni-casus-belli.html
*Ο Σπυρίδων Θεοχαράκος είναι Αναλυτής ΚΕΔΙΣΑ.
(To άρθρο εκφράζει αποκλειστικά προσωπικές απόψεις και εκτιμήσεις του συντάκτη)
Πηγή: Kedisa.gr
Leave a comment