ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΓΙΑ ΤΗ “ΦΩΤΙΑ” ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΑ

Του Κώστα Ράπτη

H Εταιρεία για τη Γερμανική Γλώσσα (GfdS) δεν είχε δυσκολία να βρει ποια ήταν η “λέξη της χρονιάς” για το 2024 στη Γερμανία. Είναι το “σβήσιμο του φαναριού” (Ampel-Aus), που παραπέμπει στην πτώση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης του Όλαφ Σολτς, γνωστής και ως “συνασπισμός του φωτεινού σηματοδότη”, από τα χρώματα που συμβολίζουν τους τρεις εταίρους, Σοσιαλδημοκράτες, Πρασίνους και Φιλελευθέρους. 

Αλλά τουλάχιστον η Γερμανία πλέει, έστω και με τις αργόσυρτες συνταγματικές της προβλέψεις, σε γενικώς χαρτογραφημένα ύδατα, εναποθέτοντας την επίλυση της κυβερνητικής της κρίσης στις πρόωρες εκλογές του Φεβρουαρίου. Δεδομένου, πάντως, του κατακερματισμού του πολιτικού σκηνικού και της “υγειονομικής ζώνης” στην οποία βρίσκεται η ακροδεξιά “Εναλλακτική για τη Γερμανία”, που κατά τις δημοσκοπήσεις προορίζεται για τη δεύτερη θέση στις εκλογές, οι μετεκλογικές διεργασίες για τον σχηματισμό νέου συνασπισμού δεν προβλέπεται να αποτελέσουν εύκολη εξίσωση.

Και πάλι, όμως, η γερμανική κρίση ωχριά μπροστά σε αυτήν που εκτυλίσσεται από την άλλη πλευρά του Ρήνου και περιγράφεται ως η βαρύτερη στα 66 χρόνια ύπαρξης της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας.

Μετά την πρόταση μομφής

Η υπερψήφιση από τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση της πρότασης μομφής κατά της κυβέρνησης μειοψηφίας του Μισέλ Μπαρνιέ, που μόλις προ τριμήνου είχε διορίσει ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, έφερε στη λογική του κατάληξη το πολιτικό θρίλερ που πυροδοτήθηκε από τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών και τη σπασμωδική απόφαση του ενοίκου των Ηλυσίων να προκηρύξει πρόωρες βουλευτικές εκλογές, μόνο και μόνο για να αγνοήσει το αποτέλεσμά τους.

Έχοντας επενδύσει στην προοπτική υπόγειας συνεννόησης με τον ακροδεξιό Εθνικό Συναγερμό της Μαρίν Λεπέν, οι Μακρόν και Μπαρνιέ έμελλε σύντομα να δοκιμάσουν τα όρια της “ανοχής” που τους προσέφερε η τελευταία, όταν (πιεζόμενη και από τις δικαστικές της περιπέτειες) βρήκε στο ζήτημα του Προϋπολογισμού να δείξει στο κοινό της ότι δεν έχει “συνθηκολογήσει”.

Το αποτέλεσμα είναι τώρα ο Μακρόν να εξαρτάται από την “καλοσύνη των ξένων”, εν προκειμένω τη δηλωμένη προθυμία των Σοσιαλιστών να προσχωρήσουν σε μια νέα συμπολίτευση που θα φτάνει μέχρι την Κεντροδεξιά και θα στηρίζει σε “πνεύμα αμοιβαίων παραχωρήσεων” τον όποιον νέο πρωθυπουργό προτείνει ο πρόεδρος – τουλάχιστον μέχρι τον Ιούνιο, οπότε θα είναι συνταγματικά επιτρεπτή η διεξαγωγή νέων βουλευτικών εκλογών.

Το θέαμα της μείζονος εθνικής κρίσης, καθώς η Γαλλία έμεινε ταυτόχρονα χωρίς κυβέρνηση και χωρίς Προϋπολογισμό, διευκολύνει τους Σοσιαλιστές να προχωρήσουν σε μια κίνηση η οποία υπό διαφορετικές συνθήκες θα ήταν πολιτικά αυτοκτονική: ήτοι το να μπουν στο “κάδρο” της φθοράς του “βοναπάρτη” Μακρόν, εγκαταλείποντας το Νέο Λαϊκό Μέτωπο της Αριστεράς, το οποίο πρώτευσε μεν στις βουλευτικές εκλογές, αλλά κυριαρχείται σε μεγάλο βαθμό από τις αδιάλλακτες επιλογές της Ανυπότακτης Γαλλίας του Ζαν Λικ Μελανσόν.

Αδικαιολόγητη υπεροψία

Όλα αυτά αντιμετωπίζονται με αδικαιολόγητη υπεροψία και χλεύη στη Γερμανία, όπου ο Τύπος αντιπαραβάλλει την αντίσταση των Γάλλων στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις προς τις υποδειγματικές επιδόσεις του ευρωπαϊκού Νότου, και μάλιστα της ταπεινής Ελλάδας κατά την προηγούμενη δεκαπενταετία. Την ώρα που η κορυφαία οικονομία της Ευρωζώνης μαστίζεται από χρόνια υποεπένδυση και προϊούσα αποβιομηχάνιση, με αποτέλεσμα να αναζητά εκ των υστέρων τρόπους απόδρασης από το συνταγματοποιημένο “φρένο χρέους”, το αφ’ υψηλού μήνυμα ότι χώρες σαν τη Γαλλία ή την Ιταλία δεν έχουν άλλο δρόμο από τη σκληρή λιτότητα μόνο αποσταθεροποίηση της Ευρωζώνης προοιωνίζεται.

Η αποδιοργάνωση του πάλαι ποτέ “άξονα”

Σε κάθε περίπτωση, εν μέσω πολλαπλασιασμού των γεωπολιτικών προκλήσεων και διάχυτης αβεβαιότητος λόγω της μεταβατικής περιόδου που διανύουν οι ΗΠΑ μέχρι την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ, οι δύο ηγέτιδες δυνάμεις της Ε.Ε. βρίσκονται οιονεί ακέφαλες, ενώ και η μεταξύ τους σχέση έχει πλέον αθεράπευτα τραυματισθεί. 

Ήδη από το 2012 και εξής το Βερολίνο δεν έμπαινε στον κόπο να καλλιεργεί την εικόνα της συναντίληψης και συναπόφασης που αποτύπωνε το δίδυμο “Μερκοζί”. Όμως, με την έλευσή του στα πράγματα, ο Εμανουέλ Μακρόν επεχείρησε μια μεγάλη συναλλαγή: να αποσπάσει τη συγκατάθεση της Γερμανίας σε κινήσεις εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης (χωρίς τις οποίες η Ευρωζώνη παραμένει ένα ατελές και άρα ευάλωτο οικοδόμημα), με αντάλλαγμα τη μεταρρύθμιση της γαλλικής οικονομίας και την “υπέρβαση” των προηγούμενων οριοθετήσεων του πολιτικού τοπίου. 

Ωστόσο, ούτε βρήκε ανταπόκριση από γερμανικής πλευράς ούτε μπόρεσε να πειθαρχήσει, παρά τη χρήση ολοένα και πιο αυταρχικών μεθόδων, μια γαλλική κοινωνία ολοένα και περισσότερο δυσαρεστημένη από την υποχώρηση του επιπέδου διαβίωσής της και την περιστολή του κοινωνικού κράτους.

Δημοσιονομικός εκτροχιασμός

Για δεκαετίες τώρα η Γαλλία δεν έχει καταφέρει να ισοσκελίσει τον Προϋπολογισμό της, ενώ τα 16 από τα 22 τελευταία χρόνια υπερέβη τα ευρωπαϊκά όρια ελλείμματος, χωρίς ουσιαστικές επιπτώσεις, απλώς και μόνο, όπως το είπε γλαφυρά ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, “επειδή είναι η Γαλλία”.

Τώρα η χώρα του Μακρόν απειλείται με δημοσιονομικό εκτροχιασμό, που αναμένεται να μεταφρασθεί σε έλλειμμα της τάξεως του 6,1% του ΑΕΠ το 2024, με προοπτική εκτίναξής του στο 7% το 2025. Μέχρι τούδε το κοινοτικό πλαίσιο πρόσφερε μιαν “ασυλία”, η οποία μόλις έπαψε να υπάρχει, όπως διαπιστώνουμε από το γεγονός ότι οι αποδόσεις των πενταετών γαλλικών ομολόγων ξεπέρασαν αυτές των ελληνικών. Και το πολιτικό κλίμα στη Γερμανία και αλλού στον ευρωπαϊκό Βορρά δεν ευνοεί “γαλαντομίες”, και μάλιστα μεγέθους τέτοιου που να “χωρά” μια αυριανή γαλλική κρίση χρέους. 

Το διευρυνόμενο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας απέναντι στους εταίρους και ανταγωνιστές της Γαλλίας στην κοινή αγορά μπορούσε, σε περιβάλλον νομισματικής ενοποίησης, να καλυφθεί μόνο με τη στήριξη των επιχειρήσεων μέσω προνομιακής φορολογικής μεταχείρισης και, άρα, με μετατόπιση των δημοσιονομικών βαρών στην κοινωνία.

Είναι αυτό το σημείο όπου η εξάντληση του γαλλικού αναπτυξιακού μοντέλου οδήγησε στην κρίση και το πολιτικό σκηνικό, θέτοντας πλέον εν αμφιβόλω την ίδια την προοπτική της ευρωπαϊκής οικονομικής ενοποίησης, εφόσον η δεύτερη οικονομία της Ευρωζώνης περιήλθε στην κατηγορία του “ατυχήματος εν αναμονή” τύπου Ιταλίας. Δεν είναι ασφαλώς αυτή μια συνθήκη που μπορεί να εξασφαλίσει τις κατάλληλες συναινέσεις μεταξύ των “27” για την επόμενη μέρα.

Πηγή: Capital.gr

Related Post

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *