Και πώς να μην κουβαλά πόνο και παράπονο ένας άνθρωπος που απομακρύνθηκε, απότομα και βίαια, από τη μάνα που τον γέννησε; Η μικρή Αθανασία, όπως ήταν το όνομά της, είχε μόλις συμπληρώσει τον πρώτο χρόνο της ζωής της όταν η οικογένειά της, που είχε ήδη τρία παιδιά και δυσκολευόταν να τα βγάλει πέρα, αποφάσισε να δώσει εκείνη και τον έναν από τους αδελφούς της για υιοθεσία. Το μωρό ταξιδεύει από τη Σάμο στον Πειραιά, στα Ταμπούρια, όπου κατοικούν οι θετοί γονείς του οι οποίοι αποφασίζουν να τού δώσουν ένα νέο όνομα: Αγγελική Καλαϊτζή. Το ηλικιωμένο ζευγάρι κάνει ό,τι μπορεί για να μεγαλώσει καλά η μικρή. Ο θετός πατέρας της όμως φεύγει ξαφνικά από τη ζωή όταν εκείνη είναι 7 ετών και η θετή μητέρα της βγαίνει στο μεροκάματο. Η Κικίτσα, όπως την φώναζαν, μένει μόνη στο σπίτι καθώς δεν μπορεί να πάει στο σχολείο αφού δεν έχει τα απαραίτητα έγγραφα. Η βιολογική μητέρα της δεν τα έδινε επειδή δεν τής επέτρεπαν να τη βλέπει.

Μέχρι την ημέρα εκείνη που εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά της, τής δίνει μια σοκολάτα και τής αποκαλύπτει την αλήθεια: «Όταν ήμουν μικρή και μια κυρία μού έφερνε σοκολάτες και καραμέλες, ρωτούσα τη μητέρα μου ποια είναι αυτή η κυρία. Μου έλεγε ότι είναι μια θεία, που μας αγαπάει. Μεγάλωσα στα ξένα χέρια, αλλά αυτή η γυναίκα που με μεγάλωσε με λάτρεψε. Ήταν πραγματική μου μάνα. Μια μέρα, γυρνώντας από το νηπιαγωγείο, συνάντησα αυτή τη “θεία” στον δρόμο. Ήταν με έναν αστυνομικό και μόλις με είδε είπε “Να ‘το, να ‘το!”. Την είδα και τη ρώτησα, γιατί δεν έρχεται πια σπίτι μας. Μου είπε ότι δεν ήταν εδώ και έλειπε και μου είπε να πάω σπίτι της, να παίζω με τα παιδιά της. Και με πήρε σπίτι της και πέσανε τα αδέρφια μου – φυσικά ήταν αδέρφια μου – και εκείνη την ώρα μου είπε: «Εγώ είμαι η σκύλα η μάνα σου, που σ’ έδωσα, γιατί δεν μπορούσα να σε ζήσω». Της είπα ότι θέλω να κάτσω μαζί της και δεν θέλω να πάω στην άλλη. Μου είπε ότι, αν δεν πάω, θα τη βάλουν φυλακή. Η θετή μου μητέρα είχε καλέσει την αστυνομία και όταν πήγα σπίτι τής είπα: «Δεν είσαι εσύ η μαμά μου. Δώσε μου τα ρούχα μου, να πάω στην άλλη» είχε διηγηθεί η ίδια περιγράφοντας το μεγάλο σοκ που υπέστη. Τα βάσανα που τήν περίμεναν όμως στη συνέχεια ήταν, δυστυχώς, πολλά και μεγάλα.
Όταν ξεκινά ο πόλεμος η θετή μητέρα της Κικίτσας τη στέλνει για ασφάλεια να μείνει στη Σάμο με μια θεία της. Μια γυναίκα σκληρή που βασάνιζε το μικρό κορίτσι άλλοτε αφήνοντάς το νυστικό κι άλλοτε δένοντάς το σε ένα δέντρο και χτυπώντας το με ένα καλάμι…Φθάνει μάλιστα στο σημείο να θέλει να την «πουλήσει» σε έναν Ιταλό. Η μικρή αρνείται πεισματικά. Τελικά ένας άλλος Ιταλός, που τη βρίσκει κρυμμένη στο τζάκι, θα τη σώσει από τους βομβαρδισμούς και θα τη φυγαδεύσει στην Αίγυπτο, μέσω Τουρκίας. Κάπου εκεί, κοντά στο όρος Σινά, θα ζήσει για λίγο καιρό η Αγγελική, δουλεύοντας στα συσσίτια, μέχρι που ένας νεαρός Έλληνας τής υπόσχεται να τη βοηθήσει να επιστρέψει στην Ελλάδα με την προϋποθέση πως όταν γυρίσει κι εκείνος θα παντρευτούν. Η Κικίτσα θα μπει στο καράβι του γυρισμού αλλά ο γάμος με εκείνον τον νεαρό δενθα γίνει ποτέ.
Οι κακοποιητικοί γάμοι και τα δυο παιδιά
Η Αγγελική πρέπει να φύγει για να σώσει την ίδια και το 11 μηνών μωρό της. Αρχικά βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι ενός από τα αδέλφια της η γυναίκα του, ωστόσο, διαφωνεί με αυτή τη συγκατοίκηση και η 16χρονη κοπέλα εγκαταλείπεται, για μία ακόμη φορά, στην τύχη της. Ούτε καν η βιολογική της μητέρα δεν θα τής απλώσει χείρα βοηθείας…Καταλήγει εν τέλει στο σπίτι μιας θείας της και ξεκινά να δουλεύει σκληρά για να μπορέσει να ζήσει τον εαυτό της και το μωρό της. Όλα τα χρήματα που βγάζει τα δίνει στον φίλο της θείας της που, αντί να προστατεύσει τις δύο γυναίκες, βιάζει την Κική, η οποία θα μείνει έγκυος, για δεύτερη φορά, με τον πιο άγριο και τραυματικό τρόπο.

Τα πρώτα καλλιτεχνικά βήματα και το λαϊκό τραγούδι
Ο αγώνας της Κικής για την επιβίωση συνεχίζεται αδιάκοπος. Δουλεύει όπου βρει. Μέχρι που μια μέρα, ενώ πίνει καφέ στο «Πανελλήνιο», το καλλιτεχνικό στέκι της εποχής, τυχαίνει να τη δει το διάσημο χορευτικό ζευγάρι «Ντούο Ρεξ» που γοητευμένο από την εντυπωσιακή της εμφάνιση της προτείνει συνεργασία. Εκείνη δέχεται, κάνει μαθήματα χορού καθημερινά μετά τη δουλειά ενώ εμφανίζεται, για πρώτη φορά ως χορεύτρια, στο θέατρο «Περοκέ». Επειδή όμως η σκηνή απαιτεί πολλά προσόντα αποφασίζει να δοκιμαστεί και στο τραγούδι το οποίο, όπως αποδεικνύεται σχεδόν αμέσως, είναι ο φυσικός της χώρος. Η φωνή της, πρωτόγονη, ακατέργαστη αλλά και ολόσωστη στις νότες, λεβέντικη αλλά και σπαρακτική την ίδια στιγμή, με μια δύναμη ακατάληπτη και ένα κρυμμένο, βαθύ αναστεναγμό που ανατριχιάζει, μαγνητίζει όποιον βρεθεί στο διάβα της και πείθει τους μεγάλους λαϊκούς συνθέτες ότι αυτή είναι το νέο αστέρι του λαϊκού τραγουδιού.
Ξεκινά ως ηθοποιός που τραγουδά σε παραστάσεις και ταινίες, ελαφρά κατά κύριο λόγο τραγούδια. Μέχρι το 1953 που ο Γιώργος Μητσάκης τήν εισάγει στον κόσμο του λαϊκού τραγουδιού με το κομμάτι «Το δικό σου το μαράζι», που θα αποτελέσει την πρώτη της μεγάλη επιτυχία της Καίτης Γκρέυ, όπως είναι πλέον το όνομά της, το οποίο έχει αρχίσει να αποκτά φήμη στα λαϊκά στέκια. Τραγουδά σε μαγαζιά με τον Βαμβακάρη, τον Τάκη Μπίνη και άλλους σημαντικούς λαϊκούς συνθέτες.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘60 το άστρο της Καίτης Γκρέυ θα λάμψει. Τα τραγούδια της πουλάνε τρελά, γίνεται πρώτο όνομα στις μαρκίζες των διασημότερων νυχτερινών κέντρων της εποχής και το νυχτοκάματό της εκτοξεύεται σε ποσά – ρεκόρ για την εποχή. Παράλληλα, συνεργάζεται με όλους τους μεγάλους λαϊκούς συνθέτες και τους πιο γνωστούς τραγουδιστές, από τον Καζαντζίδη και τον Μπιθικώτση μέχρι τον Γαβαλά, τον Ζαγοραίο και τον Στράτο Διονυσίου.
Οι τραγωδίες δεν σταμάτησαν ποτέ ωστόσο να χτυπούν την τραγουδίστρια. Τον Νοέμβριο του 2021 θα φύγει από τη ζωή ο μικρότερος γιος της, Βασίλης. Στην αρχή η οικογένεια θα επιχειρήσει να τής αποκρύψει το τραγικό γεγονός. Εκείνη όμως ρωτά επίμονα γιατί δεν έρχεται ο Βασίλης της και μερικούς μήνες αργότερα αναγκάζονται να της αποκαλύψουν την αλήθεια. Η ίδια θα καταρρεύσει και η υγεία της θα κλονιστεί σοβαρά.
Με ένα ρεπερτόριο – μαμούθ που περιλαμβάνει περίπου 1500 τραγούδια και με εμφανίσεις θρυλικές, τόσο στο πάλκο όσο και στον κινηματογράφο ,η Καίτη Γκρέυ θα μείνει στην ιστορία ως μια από τις σημαντικότερες γυναικείες λαϊκές φωνές, που συνδέθηκε με αγαπημένες λαϊκές μουσικές ιστορίες από εκείνες που «Μια γυναίκα μόνο ξέρει να σού πει…»
Γυναίκα περιζήτητη, αν και ταλαιπωρημένη από τις σχέσεις της, η Καίτη Γκρέυ τραβούσε διαχρονικά τα ανδρικά βλέμματα με την εντυπωσιακή της εμφάνιση και τον δυναμισμό του χαρακτήρα της. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο πως μία μόνον συνάντηση ήταν αρκετή για τον Στέλιο Καζαντζίδη ώστε να τής προτείνει να αρραβωνιαστούν. Η γνωριμία τους έγινε μέσω της μητέρας του τραγουδιστή, της κυρά Γεσθημανής, η οποία πήγαινε συχνά σε ένα μαγαζί στο Νέο Ηράκλειο, όπου τραγουδούσε η Καίτη Γκρέϋ. Ζητούσε οικονομική βοήθεια προκειμένου να στείλει λεφτά στον φαντάρο γιο της, που ήταν φυλακισμένος στη Μακρόνησο, καθώς ένας λοχίας τον είχε ενοχοποιήσει βάζοντας χασίς στην τσέπη του.

Ένα βράδυ ο Καζαντζίδης πήγε στο μαγαζί να γνωρίσει την όμορφη τραγουδίστρια που βοηθούσε τη μάνα του. Στην παρέα του ήταν, μεταξύ άλλων, και μια κοπέλα, η Ελένη. Κατά τη διάρκεια της βραδιάς οι δυο τους χόρεψαν τανγκό, μίλησαν, διασκέδασαν. Εκείνος όμως έπρεπε να επιστρέψει στο στρατόπεδο. Τον συνόδευσε η τραγουδίστρια με ένα ταξί και κατά τη διάρκεια της διαδρομής έδωσαν το πρώτο τους φιλί. Μόλις έφθασαν στον Διόνυσο, όμως, έξω ακριβώς από το στρατόπεδο, τον περίμενε η Ελένη. Ο Καζαντζίδης της ζήτησε να φύγει: «Την Κυριακή αρραβωνιάζομαι με την Καίτη Γκρέυ» τής είπε κοφτά.
Δύο χρόνια έμειναν μαζί. Ο Μπάρκουλης είχε αναπτύξει μια εξαιρετική σχέση με τα παιδιά της Καίτης Γκρέυ κι εκείνα του έδειχναν μεγάλη αδυναμία. Παρόλα αυτά ήρθε ο χωρισμός: «Όταν γνωριστήκαμε ο Ανδρέας ήταν χορτασμένος. Δεν μού έδωσε ποτέ δικαίωμα να ζηλέψω, δεν τον έπιασα ποτέ με άλλη γυναίκα. Εκείνος μπορεί και με ζήλευε λίγο, εγώ όχι. Ήταν πιστός. Οι λόγοι που χωρίσαμε είχαν να κάνουν με τις συνήθειες που είχε στην καθημερινότητά του και στον τρόπο που αντιμετώπιζε τα πράγματα. Ήταν λίγο άμυαλος» είχε αποκαλύψει η τραγουδίστρια σε εκείνη την ίδια συνέντευξη.

Ο έρωτας αυτός μάλιστα διεκδίκησε και μια δεύτερη ευκαιρία, αρκετά χρόνια αργότερα: «Με πήρε τηλέφωνο και μού ζήτησε να πάμε για φαγητό. Δέχτηκα. Πήγαμε πρώτα για φαγητό και μετά στα μπουζούκια που τραγουδούσε η Γιώτα Γιάννα. Ο Αντρέας ζήτησε από ένα παιδί να τραγουδήσει την επιτυχία του Κόκοτα «Σ’ αγάπησα για μια φορά ακόμα». Μού κράταγε σφικτά το χέρι και μού είπε: «Θέλω αυτό που δεν κάναμε πριν τόσα χρόνια να το κάνουμε τώρα. Να παντρευτούμε. Πέρασαν πολλές γυναίκες από τη ζωή μου αλλά δεν σήμαιναν τίποτα για μένα». Κι εγώ τού απάντησα: «Ανδρέα τα παιδιά μου έχουν μεγαλώσει. Πρέπει να τα ρωτήσω πρώτα». Πράγματι τα ρώτησα κι εκείνα συμφώνησαν. Ο Ανδρέας ήταν ο μόνος άνδρας που είχαν αγαπήσει και δέχονταν να είναι κοντά μου. Περιμέναμε να βγει το διαζύγιό του για να παντρευτούμε. Θα μάς πάντρευαν ο Κώστας Ρηγόπουλος και η Κάκια Αναλυτή».
Ούτε αυτή τη φορά όμως ήταν γραφτό να παντρευτούν. Τον χεμώνα του 1973, κατά την διάρκεια της Χούντας, ο Ανδρέας Μπάρκουλης συνελήφθη στο θέατρο που έπαιζε, μετά το τέλος της παράστασης, έχοντας στην κατοχή του μικροποσότητα χασίς και προφυλακίστηκε: «Ένα βράδυ ετοιμαζόμασταν να κάνουμε ένα πάρτι για τον αδελφό του επειδή είχε πάρει το πτυχίο του στη Νομική. Ο Ανδρέας όμως δεν εμφανίστηκε. Το πρωί τηλεφώνησα ανήσυχη στον Κώστα Ρηγόπουλο και τον ρώτησα αν γνώριζε κάτι. Εκείνος μού είπε να πάρω το αυτοκίνητο και να πάω στο σπίτι του Νίκου Παγκράτη στην Κυψέλη. Όταν έφθασα αλαφιασμένη, είδα τον Κώστα Ρηγόπουλο, τον Γιώργο Μούτσιο και την Κάκια Αναλυτή με τα μάτια προισμένα απ’ το κλάμα. Μού είπαν ότι συνέλαβαν τον Αντρέα το προηγούμενο βράδυ μόλις τελείωσε η παράσταση. Σοκαρίστηκα. Δεν μπορούσα να μείνω μαζί του όταν ήξερα ότι είχε τέτοιες κακές συνήθειες. Φοβόμουν. Οι κοινοί μας φίλοι με πίεσαν πολύ να μην τον αφήσω. Μού έλεγαν πως με αγαπούσε πολύ και πως θα δεν θα τα κατάφερνε μακριά μου. Κι ο ίδιος όμως, μέσα από το κρατητήριο, μού έγραψε ένα γράμμα που έλεγε: «Καίτη μου, αν με αφήσεις θα πεθάνω…Έχεις τον λόγο μου δεν θα ξαναμπλέξω…». Εγώ όμως ήμουν αμετάπιστη. Τον αγαπούσα αλλά έπρεπε να κοιτάξω το καλό των παιδιών μου.»
Ακούστε Active Radio
Like us on Facebook







Leave a comment