ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΔΕΣΠΩ ΔΙΑΜΑΝΤΙΔΟΥ, ΑΥΤΗ Η ΙΕΡΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΜΑΣ !

Γράφει ο  Πάνος Ν. Αβραμόπουλος

 

Σαν θεόσταλτη έπεσε στην μεταπολεμική καλλιτεχνική και πολιτι-σμική μας σκηνή, η απαράμιλλη ιέρεια του θεάτρου και του κινημα-τογράφου μας Δέσπω Διαμαντίδου και την σκέπασε στην κυριολεξία, με το αδιάστατο λυρικό της τάλαντο. Δεινή κορυφαία του χορού στην αρχαία τραγωδία, αξεπέραστη πρωταγωνίστρια σε δυσπροσέγγιστους δραματικούς ρόλους, όπως της αρχιπόρνης στα επικά «κόκκινα φανάρια» του Βασίλη Γεωργιάδη, αισθαντική αφηγήτρια στο ραδιόφωνο και στο θέατρο, ακαταγώνιστη και ακούραστη θεατρική μεταφράστρια του διεθνούς δραματολογίου, με την αρωγή της πολύγλωσσης παιδείας της, αλλά και ανένδοτη διανοούμενη με υψηλό δημοκρατικό ήθος, η Δέσπω Διαμαντίδου αποτύπωσε αδρά το καλλιτεχνικό της αποτύπωμα στα πολιτισμικά μας δρώμενα και αναγορεύτηκε από την αδέκαστη ιστορική μοίρα, ως μια από τις κορυφαίες ελληνίδες καλλιτέχνες του 20-ου αιώνα. Ενώ εκσπάζοντας τα εθνικά μας όρια, πραγματοποίησε και μια διεθνή υψηλού κύρους καλλιτεχνική καριέρα. Αυτή η αξεπέραστη «Μαντάμ Παρί» στα «κόκκινα φανάρια», που μας προξενεί αλλεπάλληλες ηθικές αναπάλσεις,  με το μπρίο της, την «γηρασμένη ομορφιά» της, το ελληνικό της δαιμόνιο, που την κάνει να προσαρμοστεί στις επιταγές της αδυσώπητης μοίρας και να αποζητά λίγο φώς, στην ανήλιαγη ζωή του μπουρδέλου της «Τρούμπας» του Πειραιά που δουλεύει, αλλά και με τον κυνισμό της, που αποτυπώνει με έναν υψηλού ήθους ρεαλισμό, την χαμοζωή των «κοριτσιών» του Πειραιά.

Με την ίδια εξάλλου παραστατική ενάργεια, αλλά και την απροσέγγιστη καλλιτεχνικά δραματική της αρματωσιά, η μεγάλη Δέσπω Διαμαντίδου, μας κόβει την ανάσα και στην επίσης σπουδαία ταινία του ασπρόμαυρου «Οι αδίστακτοι» του Ντίνου Κατσουρίδη, στην οποία υποδύεται την χαμένη μάνα από τον πόλεμο, του παράνομου που μόλις έχει αποφυλακιστεί Στάθη Κούγια – Νίκος Κούρκουλος, ο οποίος επανέρχεται στον ενάρετο βίο και με την αρωγή της αγαπημένης του Μαίρης Χρονοπούλου – «Στέλλας», με μόνο όραμα ζωής, να ξαναβρεί, την χαμένη αγαπημένη του μάνα. Τελικά σύντομα θα αποκαλύψει ότι η ευρεθείσα μετά και τις αναζητήσεις του «Ερυθρού Σταυρού» μάνα του – Δέσπω Διαμαντίδου – «Ρόζα», που παραδέρνει στα δεσμά του αλκοολισμού,  είναι μια «κατασκευασμένη μάνα»  – η οποία μοιάζει αληθινά με την δική του, την οποία έχει επινοήσει ο μεγάλος του αντίζηλος στην παρανομία «Μιχάλης» – Γιώργος  Μούτσιος, με τον οποίο τελικά αλληλοσκοτώνονται στην μονομαχία με μαχαίρια που θα επακολουθήσει!  Μια αριστουργηματική ερμηνεία της Δέσπως Διαμαντίδου, σε μια έξοχη ταινία του Ντίνου Κατσουρίδη,  για την οποία ο μεγάλος μας ζεν πρεμιέ και πρωταγωνιστής της Νίκος Κούρκουλος, απέσπασε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης το 1965, το Βραβείο του Α΄ Ανδρικού ρόλου. Και μόνον λοιπόν για τις ερμηνείες της «Μαντάμ Παρί», αλλά και της «Ρόζας», θα άξιζε ευλαβικά να σκύψουμε και να φιλήσουμε το χέρι, της ιέρειας της τέχνης μας Δέσπως Διαμαντίδου.

Η μεγάλη μας ηθοποιός είδε το φως της ζωής στις 13 Ιουλίου του 1916 στον Πειραιά και ήρε την καταγωγή της από την Ρωσία. Δεν παρακολούθησε ποτέ μαθήματα σε ελληνικό σχολείο και  έλαβε τις εγκύκλιες γυμνασιακές της σπουδές, από γερμανική σχολή. Εισήχθη στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και πραγματοποίησε την πρωτόλεια θεατρική της εμφάνιση, στον Χορό της «Μήδειας» του Ευριπίδη το 1942. Κομβικό της ρόλος στο παλκοσένικο, που θα της δώσει φτερά στην μετέπειτα εκτυφλωτική της θεατρική σταδιοδρομία, ήταν αυτός της «Λαίδης Καρολίνας» στην παράσταση του Τζέημς Μπάρρυ «Δεν φταίει το αστέρι μας», με την αρωγή του σπουδαίου μας θεατράνθρωπου και δασκάλου του θεάτρου Τέχνης, Καρόλου Κούν. Θεατρικά συνεργάστηκε με τα σχήματα των Μουσούρη, Ανδρεάδη, Μανωλίδου – Αρώνη και Χόρν.

Την περίδο 1946-50 θα αποτελέσει κεντρικό στέλεχος του Εθνικού μας Θεάτρου. Το 1949 υποδύεται σε μια αριστοτεχνική της ερμηνεία, την κορυφαία του Χορού, στην «Ορέστεια» του Αισχύλου, η οποία παίχτηκε με μεγάλη επιτυχία στο Ηρώδειο, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Ροντήρη. Θα επανακάμψει στο Εθνικό το 1954 και θα έχεις στις τάξεις του μια μακρά πορεία μέχρι το 1963, με υψηλού ήθους ερμηνείες, σε μεγάλες παραστάσεις του διεθνούς δραματολογίου. Χαρακτηριστικές από αυτές τις ερμηνείες είναι στους ρόλους: ως κορυφαία του Χορού στην «Εκάβη» του Ευριπίδη, ως «Πωλίνα» στον Γλάρο του Άντον Τσέχωφ, ως «Κήρυκας» στις «Εκκλησιάζουσες» του Αριστοφάνη κ.α.

Το 1947 η Δέσπω Διαμαντίδου κάνει πρόβα τζενεράλε στον κινηματογράφο, στην ταινία «Τα παιδιά της Αθήνας», ωστόσο η εξακτίνωση της μεγάλης διεθνούς της καριέρας, άρχισε την δεκαετία του ’60. Στα 1965 συμμετέχει στην ταινία «No Mr Johnson» σε παραγωγή του Τζέιμς Πάρις και σκηνοθεσία του Γρηγόρη Γρηγορίου. Η έκσπαση της Απριλιανής δικτατορίας, θα αναγκάσει την υψηλού δημοκρατικού ήθους Δέσπω Διαμαντίδου, να φύγει από την Ελλάδα, για να εκφράσει την αντίθεσή της στο καθεστώς της ανομίας των Αθηνών. Κείνη την περίοδο που συνεργάζεται και καλλιτεχνικά, με την μεγάλη μας ντίβα Μελίνα Μερκούρη, πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Ίλια Ντάρλινγκ», σε σκηνοθεσία του Ζυλ Ντασσέν,  που συνιστά θεατρική μεταφορά της ταινίας «Ποτέ την Κυριακή», στο θέατρο Μάρκ Χέλιζντζερ, στο Μπρόντουγεϊ της Νέας Υόρκης. Αλλά η μεγάλη στιγμή στην πολυεδρική και λαμπρή θεατρική σταδιοδρομία της Δέσπως Διαμαντίδου, είναι  η ερμηνεία της στο «Καμπαρέ», όπου αντικαθιστώντας την Λότε Λένια, υποδύθηκε την Φράου Φράιντερ. Και το ίδιο διάστημα υποδύεται στον κινηματογράφο την μητέρα του Γούντυ Άλεν, στον «Ειρηνοποιό».

Έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις για την πολυεπίπεδη σταδιοδρομία της, μεταξύ αυτών και το κρατικό βραβείο του Β΄ Γυναικείου ρόλου, για την ερμηνεία της στην ταινία του Θ. Σκρουμπέλου «Ο Τζώνη Κέλν κυρία μου». Στο φάσμα του κινηματογράφου τώρα η μεγάλη μας ηθοποιός συμμετείχε σε πάνω από 40 ταινίες , πολλές εκ των οποίων αποτιμώνται στα αριστουργήματα του ελληνικού κινηματογράφου. Αναφέρουμε ενδεικτικά τις : Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (1954), «Μανταλένα» (1960), «Ποτέ την Κυριακή» (1960), «Η χιονάτη και τα επτά γεροντοπαλίκαρα» (1960), «Η Αλίκη στο Ναυτικό» (1961), «Άγγελοι του πεζοδρο-μίου» (1962), «Τα κόκκινα φανάρια» (1963), «Η γυνή να φοβείται τον άνδρα» (1965) κ.α. Παράλληλα ωστόσο με την μακρά δραματική της παρουσία ως ηθοποιού,  η εμπνευσμένη Δέσπω Διαμαντίδου, είχε και ένα πλούσιο μεταφραστικό έργο, στο πεδίο της διεθνούς θεατρογραφίας  ιδίως. Είχε παντρευτεί τον ηθοποιό Ανδρέα Φιλιππίδη. Στις 18 Φεβρουαρίου του 2004, η Δέσπω Διαμαντίδου, έχοντας διανύει μια εκτυφλωτική διαδρομή στα θεα-τρικά και κινηματογραφικά μας δρώμενα, με υψηλού κύρους προεκτάσεις στην διεθνή καλλιτεχνική σκηνή, αλλά και αποτυπώνοντας αδρά το χνάρι της ως διανοουμένη και με ευγενές δημοκρατικό ήθος στο πνευματικό και πολιτισμικό μας πεδίο, έφυγε από την ζωή. Η έξοδός της προξένησε καθολική θλίψη στους συναδέλφους της, αλλά και ευρύτερα στους ανθρώπους του πολιτισμού και των γραμμάτων μας.

Ήταν στην κυριολεξία μια ιέρεια του θεάτρου και του κινηματογράφου μας, αυτή η αξεπέραστη «Μαντάμ Παρί», που δονούσε τις καρδιές μας, άλλοτε ως αρχιπόρνη στα «Κόκκινα φανάρια» και άλλοτε ως κορυφαία του Χορού στα αριστουργήματα της αρχαίας μας τραγωδίας, αλλά πάνω από όλα ένας υψηλόφρων άνθρωπος και δημοκρατικός πολίτης. Και έτσι θα την θυμόμαστε για πάντα στην καρδιά μας!

 

Φιλμογραφία:

«Παιδιά της Αθήνας» (1947), «Θανασάκης ο πολιτευόμενος» (1954), «Το κορίτσι της γειτο-νιάς» (1954), «Η δούκισσα της πλακεντίας» (1956), «Το κορίτσι με τα παραμύθια», (1957) «Το τελευταίο ψέμα»,  (1958) «Αμαρυλλίς – Το κορίτσι της αγάπης» (1959), «Μανταλένα» (1960), «Για σένα την αγάπη μου»,  (1960) «Ποτέ την Κυριακή – Never on Sunday» (1960), «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλίκαρα»,  (1960) «Το ραντεβού της Κυριακής», (1960) «Η Αλίκη στο ναυτικό» (1961) «Ο θάνατος θα ξανάρθει» (1961), «Ο λουστράκος» (1962), «Μάνα, κάνε κουράγιο» (1962), «Ποτέ δε σε ξέχασα», (1962), «Μην ερωτεύεσαι το Σάββατο», (1962) «Προδομένη αγάπη» (1962), «Topkapi» (1963), «Τα κόκκινα φανάρια», (1963) «Πετώντας με τον άνεμο», (1963) «Το τεμπελόσκυλο» (1963), «Ο μπαμπάς μου κι εγώ» (1963), «Γάμος αλά ελληνικά» (1964), «Μονεμβάσια» (1964), «Τοπ Καπί» (1964), «Πόνεσα πολύ για σένα» (1964), «Το κορίτσι της Κυριακής» (1964), «Οι αδίστακτοι» (1965), «Το ρεμάλι της Φωκίωνος Νέγρη» (1965), «Οι καταφρονεμένοι» (1965), «Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα» (1965), «Ρημαγμένο σπίτι» (1965), «Όχι,… κύριε Τζόνσον»,(1965) «Διχασμός» (1965), «Στεφανία» (1966), «Ντάμα σπαθί» (1966), «Σύντομο Διάλειμμα» (1966), «Κάνε τον πόνο μου χαρά» (1966), «Σαπίλα και αριστοκρατία» (1967), «Έρωτες στη Λέσβο» (1967), «Εις θάνατον» (1967), «Υπόσχεση την αυγή» (1970), «Μαύρα τριαντάφυλλα για την νύφη» (1970) «Οι καβαλάρηδες» (1971), «Ο ειρηνοποιός» (1975), «Κραυγή γυναι-κών» (1978), «Υπόθεση Πολκ» (1978), «Ο τελευταίος διάλογος» (1982), «Οι απόμαχοι», (1983) «Βαριετέ» (1985), «Αθώος ή ένοχος;» (1989), «Ο Τζώνη Κελν, κυρία μου» (1991), «Ακροπόλ» (1995), «Το καλοκαίρι της Άννας» (2001), «Δύσκολοι αποχαιρετισμοί: ο μπαμπάς μου» (2002), «Ο χάρος βγήκε παγανιά» (2003), «Skipper Straad» (2003).

Θέατρο:

1951 «Μονσεράτ», 1963 «Ποντικοπαγίδα», 1964 «Κολόμπ», «Πειρασμός», 1978 «Cabaret».

 

*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π., μέλος ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ

 

www.panosavramopoulos.blogspot.gr

 

 

Related Post

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *