ΕΥΡΩΠΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΩΝΙΑ ΖΗΤΟΥΝ ΙΣΧΥΡΟΤΕΡΗ ΑΙΡΕΣΙΜΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ ΜΕΤΑ ΤΟ 2027

Η Γερμανία, ο μεγαλύτερος συνεισφέρων στον προϋπολογισμό της ΕΕ, και η Πολωνία, ο μεγαλύτερος δικαιούχος, ένωσαν τις δυνάμεις τους για να διαμορφώσουν το μέλλον της πολιτικής συνοχής, με την επιθυμία, αυτή να συνδέεται περισσότερο με τις μεταρρυθμίσεις, διατηρώντας παράλληλα τον ρόλο των περιφερειών.

Μαζί με τη Γαλλία, την Ιρλανδία, τη Ρουμανία και τη Σλοβενία, η Γερμανία και η Πολωνία κατέθεσαν ένα άτυπο έγγραφο θέσεων στη συνεδρίαση των υπουργών που είναι αρμόδιοι για την πολιτική συνοχής την Πέμπτη (28 Νοεμβρίου).

Το έγγραφο ζητά «ακόμη περισσότερα κίνητρα για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» στην πολιτική συνοχής της ΕΕ από το 2028 έως το 2034, προτάσεις για τις οποίες αναμένεται να υποβάλει η νεοεκλεγείσα Ευρωπαϊκή Επιτροπή έως τα μέσα του 2025.

Τα ταμεία συνοχής, τα οποία αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο των συνολικών δαπανών της ΕΕ, έχουν τεθεί υπό αυξημένο έλεγχο, καθώς οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΕ επιδιώκουν να μεταρρυθμίσουν τον προϋπολογισμό του μπλοκ, ώστε να τον προσαρμόσουν στις νέες προτεραιότητες. Αυτές περιλαμβάνουν την ενίσχυση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας και της αμυντικής ικανότητας. Επίσης, η επταετής δομή του σχεδιασμού του, που αναφέρεται ως πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ), θεωρείται υπερβολικά άκαμπτη.

Κατά συνέπεια, το μερίδιο της πολιτικής συνοχής στις συνολικές δαπάνες της ΕΕ έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση – με μια εσωτερική παρουσίαση της Επιτροπής να υπαινίσσεται πρόσφατα μια πιθανή συγχώνευση των ταμείων συνοχής με άλλα στοιχεία δαπανών, όπως η στήριξη των γεωργών, σε ενιαία «εθνικά σχέδια».

Οι έξι χώρες «επαναλαμβάνουν την υποστήριξή τους στις αρχές που αποτελούν τον πυρήνα της πολιτικής συνοχής, όπως ορίζονται στη Συνθήκη», αναφέρεται στο έγγραφο, προσθέτοντας πως «πρέπει να επιμείνουν ότι αυτές εξακολουθούν να γίνονται σεβαστές στα σχέδια που περιγράφονται για το μελλοντικό ΠΔΠ».

Σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της ΕΕ (ΣΛΕΕ άρθρο 174), το μπλοκ θα πρέπει να στοχεύει στη βελτίωση της «οικονομικής, κοινωνικής και εδαφικής συνοχής», με ιδιαίτερη έμφαση στη «μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των επιπέδων ανάπτυξης» μεταξύ των περιφερειών.

Οι έξι χώρες, ωστόσο, επιθυμούν επίσης η πολιτική συνοχής να συμβάλει στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της δίκαιης μετάβασης και της ανθεκτικότητας της ΕΕ, κάτι που ελπίζουν να υλοποιηθεί με την ισχυρότερη σύνδεση με τις μεταρρυθμίσεις.

Ζητούν επίσης οι περιφερειακές κυβερνήσεις, όπως τα γερμανικά ομόσπονδα κρατίδια ή οι πολωνικές województwa, να «έχουν κεντρικό ρόλο στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των προγραμμάτων, καθώς και στην επιλογή των έργων».

Τέλος, ζητούν από τον νέο Επίτροπο για τον προϋπολογισμό, τον Πολωνό Πιοτρ Σεραφίν, να υποβάλει προτάσεις «το συντομότερο δυνατό το 2025», ώστε να καταστεί δυνατή η ταχεία διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών μελών.

Σε αυτό θα μπορούσε να βοηθήσει το γεγονός ότι η Γερμανία θα διεξάγει πλέον τις εθνικές εκλογές της στις 23 Φεβρουαρίου αντί για τον Σεπτέμβριο, με τις πιθανότητες για νωρίτερες προτάσεις να είναι αυξημένες. Επίσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μάλλον θέλει να περιμένει με τις εκτεταμένες προτάσεις της για τη μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού μέχρι να σχηματιστεί νέα κυβέρνηση στο Βερολίνο.

Η Γερμανία είναι στην πραγματικότητα ο μεγαλύτερος συνεισφέρων στον προϋπολογισμό της ΕΕ, καταβάλλοντας 17,4 δισεκατομμύρια ευρώ περισσότερα στον προϋπολογισμό της ΕΕ από όσα θα λάβει το 2023, ενώ η Πολωνία είναι ο μεγαλύτερος δικαιούχος, με πλεόνασμα 8,2 δισεκατομμυρίων ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου (IW).

Ανταγωνισμός για κονδύλια

Ωστόσο, η προκύπτουσα αρμονία μεταξύ των καθαρών συνεισφερόντων και των καθαρών δικαιούχων ενδέχεται να μην διαρκέσει πολύ, καθώς και οι δύο θέτουν επίσης ανταγωνιστικές προτεραιότητες σχετικά με το πού θα πρέπει να επικεντρωθεί ιδιαίτερα η πολιτική συνοχής.

Σε ξεχωριστό έγγραφο, η Πολωνία – μαζί με την Εσθονία, τη Λετονία και τη Λιθουανία – ζητεί «πρόσθετα και επαρκή» μέσα συνοχής για τις χώρες που συνορεύουν με τη Ρωσία ή τη Λευκορωσία, δεδομένης της θέσης τους στην «πρώτη γραμμή της διασφάλισης της σταθερότητας και της ευημερίας της ΕΕ από εξωτερικές απειλές».

«Οι επιπτώσεις του πολέμου χτύπησαν πολύ πιο δυνατά τις πόρτες των επιχειρήσεων, των νοικοκυριών και των ανθρώπων στα κράτη μέλη της ΕΕ που συνορεύουν με τις επιτιθέμενες χώρες», γράφουν, επισημαίνοντας τις μειωμένες τουριστικές ροές, την αυξημένη επιφυλακτικότητα των ξένων επενδυτών και τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Τα γερμανικά κρατίδια, εν τω μεταξύ, θα ήθελαν επίσης να επωφεληθούν από πρόσθετα κονδύλια της ΕΕ, δεδομένου του πονοκεφάλου της δυσχερής μετάβασης της αυτοκινητοβιομηχανίας, η οποία, όπως υποστηρίζουν, δικαιολογεί τις δαπάνες της ΕΕ και σε πλούσιες περιφέρειες όπως η Βαυαρία και η Βάδη-Βυρτεμβέργη.

Την Παρασκευή, εκπρόσωποι περιφερειών της αυτοκινητοβιομηχανίας από όλη την Ευρώπη θα συναντηθούν στη Μόντσα της Ιταλίας για να ζητήσουν ένα ευρωπαϊκό μέσο στο πλαίσιο του επόμενου ΠΔΠ, για μια δίκαιη μετάβαση στις περιφέρειες με αυτοκινητοβιομηχανίες και βιομηχανίες προμηθευτών, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών.

Πηγή: Εuractiv.gr

Related Post

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *