Γράφει ο Πάνος Ν. Αβραμόπουλος∗
 Είναι στο DNA των Αθηναίων, η δυνατή νυχτερινή και όχι μόνο διασκέδαση. Μέσα στην έξαψη του ποτού, την μυστική γοητεία και τις χαρές της νύχτας, αλλά και τις μαργιολιές της γυναικείας ομορφιάς, που πάντα αποτελεί σηματωρό στη ζωή μας. Ας μην ξεχνούμε εδώ τα λόγια του μεγάλου και αισθαντικού βάρδου μας Νίκου Γούναρη «Για τις γυναίκες ζούμε όλοι βρέ παιδιά/ για αυτές δουλεύουμε, για αυτές ιδροκοπάμε / και αν είναι όλες όπως λέν χωρίς καρδιά/ εμείς που έχουμε καρδιά τις αγαπάμε» !Αιώνιοι στίχοι, διαχρονικά μηνύματα, για την ακατάλυτη στο χρόνο αξία της γυναικείας ομορφιάς. Ας κάνουμε όμως μια μικρή βόλτα μέσα στην αθηναϊκή διαχρονία, για να παρακολουθήσουμε, τα μεράκια, τους καημούς και τα διασκεδαστικά ξεφαντώματα των γλυκοαίματων Αθηναίων. Στις μέρες μας πολλά παλιά εργοστάσια, στο Μεταξουργείο, στου Ψυρρή και το Βοτανικό, με πολύ μεγάλες αίθουσες έχουν μετατραπεί σε νυχτερινά κέντρα διασκεδάσεως. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό και επιβλητικό μαγαζί είναι ο παλιός χώρος της γνωστής βιομηχανίας «Αθηναίς», όπως και ένας αντίστοιχος παραπλεύρως του «Παντείου» πανεπιστημίου, με πελώριο στην κυριολεξία αίθουσα, που μπορεί να υποδεχτεί περί τα 2.500 άτομα! Για να κλείσει η αλυσίδα των νυχτερινών νεολαίστικων μαγαζιών διασκέδασης στο κέντρο της Αθήνας, με πολλά επίσης καινούρια μαγαζιά, επενδυμένα με προηγμένη αισθητική, αλλά και υψηλά ποιοτικά μουσικά στάνταρντς. Τον καμβά συμπληρώνουν για τις μεγαλύτερες ηλικίες, τα διαχρονικά «σύρματα»- μπουζούκια με τους λαϊκούς σκοπούς, αλλά και τα πιο εξεζητημένα «ροκάδικά», ή «τζαζάδικα», που είναι για κάπως πιο εξειδικευμένα μουσικά κοινά. Ωστόσο και σε αυτούς τους χώρους διασκέδασης, μαζί με την μουσική επιλογή, κυριαρχεί πάντα η γυναικεία ομορφιά που δίνει τον τόνο και κινητροδοτεί τους άντρες διασκέδαση.
Είναι στο DNA των Αθηναίων, η δυνατή νυχτερινή και όχι μόνο διασκέδαση. Μέσα στην έξαψη του ποτού, την μυστική γοητεία και τις χαρές της νύχτας, αλλά και τις μαργιολιές της γυναικείας ομορφιάς, που πάντα αποτελεί σηματωρό στη ζωή μας. Ας μην ξεχνούμε εδώ τα λόγια του μεγάλου και αισθαντικού βάρδου μας Νίκου Γούναρη «Για τις γυναίκες ζούμε όλοι βρέ παιδιά/ για αυτές δουλεύουμε, για αυτές ιδροκοπάμε / και αν είναι όλες όπως λέν χωρίς καρδιά/ εμείς που έχουμε καρδιά τις αγαπάμε» !Αιώνιοι στίχοι, διαχρονικά μηνύματα, για την ακατάλυτη στο χρόνο αξία της γυναικείας ομορφιάς. Ας κάνουμε όμως μια μικρή βόλτα μέσα στην αθηναϊκή διαχρονία, για να παρακολουθήσουμε, τα μεράκια, τους καημούς και τα διασκεδαστικά ξεφαντώματα των γλυκοαίματων Αθηναίων. Στις μέρες μας πολλά παλιά εργοστάσια, στο Μεταξουργείο, στου Ψυρρή και το Βοτανικό, με πολύ μεγάλες αίθουσες έχουν μετατραπεί σε νυχτερινά κέντρα διασκεδάσεως. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό και επιβλητικό μαγαζί είναι ο παλιός χώρος της γνωστής βιομηχανίας «Αθηναίς», όπως και ένας αντίστοιχος παραπλεύρως του «Παντείου» πανεπιστημίου, με πελώριο στην κυριολεξία αίθουσα, που μπορεί να υποδεχτεί περί τα 2.500 άτομα! Για να κλείσει η αλυσίδα των νυχτερινών νεολαίστικων μαγαζιών διασκέδασης στο κέντρο της Αθήνας, με πολλά επίσης καινούρια μαγαζιά, επενδυμένα με προηγμένη αισθητική, αλλά και υψηλά ποιοτικά μουσικά στάνταρντς. Τον καμβά συμπληρώνουν για τις μεγαλύτερες ηλικίες, τα διαχρονικά «σύρματα»- μπουζούκια με τους λαϊκούς σκοπούς, αλλά και τα πιο εξεζητημένα «ροκάδικά», ή «τζαζάδικα», που είναι για κάπως πιο εξειδικευμένα μουσικά κοινά. Ωστόσο και σε αυτούς τους χώρους διασκέδασης, μαζί με την μουσική επιλογή, κυριαρχεί πάντα η γυναικεία ομορφιά που δίνει τον τόνο και κινητροδοτεί τους άντρες διασκέδαση.

Τα παλιά τα χρόνια οι Αθηναίοι έβγαιναν να διασκεδάσουν σε πολύ μικρότερους, πιο «προσωπικούς» χώρους και με άλλες βεβαίως μουσικές επιλογές. Η νυχτερινή πιάτσα διασκέδασης για πολλές δεκαετίες στον εικοστό αιώνα, ήταν στους υγρούς παριλίσους κήπους, στην ζώνη δηλαδή από το Παναθηναϊκό Στάδιο μέχρι την οδό Καλλιρρόης, όπου υπήρχαν διάσπαρτα πληθώρα αναψυκτηρίων, θεάτρων και «Καφέ αμάν» – αμανεδιάρικα καφεζυθοπωλεία, με ανατολίτικη μουσική και παράσταση –show από πανέμορφες «χανούμισες». Συνάμα υπήρχαν και πάμπολα ωδικά καφενεία και ζυθοπωλεία, πλησίον των σιδηροδρομικών σταθμών, στο Θησείο, αλλά και σε άλλες γειτονιές της Αθήνας. Αλλά αυτά τα μαγαζιά που έκαναν στην κυριολεξία θραύση εκείνα τα χρόνια ήταν τα «Καφέ αμάν» ! Συγκινούσαν όλες τις κοινωνικές τάξεις – κατά βάσιν όμως λαϊκά – και ήταν συμβατά με όλα τα αθηναϊκά πορτοφόλια. Χαρακτηριστικό είναι και δημοσίευμα αθηναϊκής εφημερίδας στα 1911, που εμφατικά τονίζει ότι μια μπυραρία στον Αρδηττό, προκειμένου να μην κλείσει, μετασκευάστηκε σε «Καφέ Αμάν» ! Σύχναζαν τότε σε αυτά τα ανατολίτικης  κουλτούρας μαγαζιά διασκέδασης, πλήθος από την κοινωνικά διαστρωμάτωση της Αθήνας. Ήτοι βουλευτές και δανδήδες, αξιωματικοί και άνθρωποι των γραμμάτων, δίπλα πάντα όμως στα μεσολαϊκά στρώματα, όπως ναυτικούς, τραβαγέρηδες (οι οδηγοί των τράμ), μεροκαματιάρηδες και ψιλικατζήδες. Τα βασικά όργανα που έπαιζαν στην μικρή «ορχήστρα» των «Καφέ Αμάν», που γλυκονανούριζαν τους θαμώνες τους και τους εξήπταν τη φαντασία και τα ερωτικά ένστικτα ήταν, ο βασιλιάς το βιολί, κοντραμπάσο, η καρδιάς της ανατολής το σαντούρι και κιθάρα. Όργανα που αριστοτεχνικά, με πάθος και μεράκι τα έπαιζαν φεσοφόροι, μεταφέροντας μυστηριακά τους θαμώνες στην γλυκύτητα και την ηδυπάθεια της Σμύρνης και της Πόλης. Και μαζί με τους αμανεδιάρικους σκοπούς χόρευαν αργά, λικνιστικά, αλαφροπάτητα και με σαγήνη, πανέμορφες τραγουδίστριες και τραγουδούσαν, ένρινα, νανούρικα τραγούδια ! Εξάλλου τα προγράμματα που τοιχοκολλού-νταν έξω από τα «Καφέ Αμάν», πολύ χαρακτηριστικά για το καλλιτεχνικό «μενού», προϊδέαζαν τους διάστικτους από περιπάθεια πελάτες τους. «Τραγουδά η αηδονόλαλη Θάλεια» ! έστω και αν η μούσα του μαγαζιού, ήταν μια γερασμένη καλλονή, τραγική υπο-ψία του άλλοτε ένδοξου παρελθόντος της !
κουλτούρας μαγαζιά διασκέδασης, πλήθος από την κοινωνικά διαστρωμάτωση της Αθήνας. Ήτοι βουλευτές και δανδήδες, αξιωματικοί και άνθρωποι των γραμμάτων, δίπλα πάντα όμως στα μεσολαϊκά στρώματα, όπως ναυτικούς, τραβαγέρηδες (οι οδηγοί των τράμ), μεροκαματιάρηδες και ψιλικατζήδες. Τα βασικά όργανα που έπαιζαν στην μικρή «ορχήστρα» των «Καφέ Αμάν», που γλυκονανούριζαν τους θαμώνες τους και τους εξήπταν τη φαντασία και τα ερωτικά ένστικτα ήταν, ο βασιλιάς το βιολί, κοντραμπάσο, η καρδιάς της ανατολής το σαντούρι και κιθάρα. Όργανα που αριστοτεχνικά, με πάθος και μεράκι τα έπαιζαν φεσοφόροι, μεταφέροντας μυστηριακά τους θαμώνες στην γλυκύτητα και την ηδυπάθεια της Σμύρνης και της Πόλης. Και μαζί με τους αμανεδιάρικους σκοπούς χόρευαν αργά, λικνιστικά, αλαφροπάτητα και με σαγήνη, πανέμορφες τραγουδίστριες και τραγουδούσαν, ένρινα, νανούρικα τραγούδια ! Εξάλλου τα προγράμματα που τοιχοκολλού-νταν έξω από τα «Καφέ Αμάν», πολύ χαρακτηριστικά για το καλλιτεχνικό «μενού», προϊδέαζαν τους διάστικτους από περιπάθεια πελάτες τους. «Τραγουδά η αηδονόλαλη Θάλεια» ! έστω και αν η μούσα του μαγαζιού, ήταν μια γερασμένη καλλονή, τραγική υπο-ψία του άλλοτε ένδοξου παρελθόντος της !
 Αλλά στα 1911 που τα «Καφέ Αμάν» έχουν την τιμητική τους στην Αθήνα και μαντρώνουν τον αντρικό πληθυσμό για να απολαύσει τη θαλπωρή τους, μια «ανατολίτικη» καλλονή η περίφημη Θοδώρα, έχει μεγάλο σουξέ και χαλάει κόσμο ! Είναι ευλύγιστη, αλλά και παχουλή με σκέρτσα και πολλήν χάρη και με το επιβλητικό και κατάφορτο από στολίδια και πλουμίδια φόρεμά της, καθώς λικνίζεται μαγεύει τους αναστενάρηδες άνδρες της τότε νυχτερινής Αθήνας. Το πολύχρωμο φόρεμά της Θοδώρας στολίζουν, χάντρες, μπιχλιμπίδια και τενεκεδάκια και με το λίκνισμά της λίγωνε τους περιπαθείς θαμώνες της ! Και να τα καφάσια οι μπύρες κέρασμα από τους πελάτες, για χάρη της ηδονόχαρης Θοδώρας, που σκορπούσε τη χαρά και την ερωτική σαγήνη, στα διψασμένα νιάτα της πόλης… Το σουξέ της Θεοδώρας όμως, την ίδια περίπου περίοδο – τέλη του 19-ου αιώνα- ακολουθούσε σε επιτυχία και κοσμοσυρροή, το περίφημο τότε «Άντρον των Νυμφών» στη γειτονιά του Ιλισσού, κάτω από το Ζάππειο, στο οποίο δέσποζαν γερμανικοί θίασοι. Άλλωστε στην Γερμανία του μεσοπολέμου, τα μπαρ – μπυραρίες, με καλλονές να τραγουδούν και να χορεύουν, είχαν καταστεί περιώνυμα σε όλη την Ευρώπη και εξέφραζαν νοερά τον τόνο της νυκτερινής ζωής. Στο «Άντρον των Νυμφών» λοιπόν γερμανίδες χορεύτριες ξεμυάλιζαν τα πλήθη και προξενούσαν πανδαιμόνιο στη νυκτερινή Αθήνα. Και πολλές φορές χωροφύλακες επωμίζονταν την προστασία τους, από τα αφιονισμένα πλήθη των Αθηναίων.
Αλλά στα 1911 που τα «Καφέ Αμάν» έχουν την τιμητική τους στην Αθήνα και μαντρώνουν τον αντρικό πληθυσμό για να απολαύσει τη θαλπωρή τους, μια «ανατολίτικη» καλλονή η περίφημη Θοδώρα, έχει μεγάλο σουξέ και χαλάει κόσμο ! Είναι ευλύγιστη, αλλά και παχουλή με σκέρτσα και πολλήν χάρη και με το επιβλητικό και κατάφορτο από στολίδια και πλουμίδια φόρεμά της, καθώς λικνίζεται μαγεύει τους αναστενάρηδες άνδρες της τότε νυχτερινής Αθήνας. Το πολύχρωμο φόρεμά της Θοδώρας στολίζουν, χάντρες, μπιχλιμπίδια και τενεκεδάκια και με το λίκνισμά της λίγωνε τους περιπαθείς θαμώνες της ! Και να τα καφάσια οι μπύρες κέρασμα από τους πελάτες, για χάρη της ηδονόχαρης Θοδώρας, που σκορπούσε τη χαρά και την ερωτική σαγήνη, στα διψασμένα νιάτα της πόλης… Το σουξέ της Θεοδώρας όμως, την ίδια περίπου περίοδο – τέλη του 19-ου αιώνα- ακολουθούσε σε επιτυχία και κοσμοσυρροή, το περίφημο τότε «Άντρον των Νυμφών» στη γειτονιά του Ιλισσού, κάτω από το Ζάππειο, στο οποίο δέσποζαν γερμανικοί θίασοι. Άλλωστε στην Γερμανία του μεσοπολέμου, τα μπαρ – μπυραρίες, με καλλονές να τραγουδούν και να χορεύουν, είχαν καταστεί περιώνυμα σε όλη την Ευρώπη και εξέφραζαν νοερά τον τόνο της νυκτερινής ζωής. Στο «Άντρον των Νυμφών» λοιπόν γερμανίδες χορεύτριες ξεμυάλιζαν τα πλήθη και προξενούσαν πανδαιμόνιο στη νυκτερινή Αθήνα. Και πολλές φορές χωροφύλακες επωμίζονταν την προστασία τους, από τα αφιονισμένα πλήθη των Αθηναίων.
 Για πάρτη τους, οι αστοί Αθηναίοι χαλούσαν πολλά λεφτά, ακολουθούσαν κατά πόδας οι μικρομεσαίοι που και αυτοί προσπαθούσαν με το μεσαίο βαλάντιό τους, να «υπάρξουν» στο τότε χρηματιστήριο της νύκτας και τελευταίοι στην επίδειξη έρχονταν οι νεαροί δανδήδες, που άφραγκοι καθώς ήταν, αλλά νέοι και ωραίοι, έδιναν μάχη με τα οικονομικά τους, για να δώσουν το δυναμικό παρόν, στην ξέφρενη αθηναϊκή νυκτερινή διασκέδαση. Νοίκιαζαν έτσι άμαξες με δανεικά, έπαιζαν το αστικής συνήθειας μπιλιάρδο τους στα καφενεία και συνήπταν αλλεπάλληλα μικροδάνεια διαρκώς για να ανταπεξέλθουν στα έξοδα της διασκέδασης. Μέχρι που αναπότρεπτα έρχονταν και η χρεοκοπία.
Για πάρτη τους, οι αστοί Αθηναίοι χαλούσαν πολλά λεφτά, ακολουθούσαν κατά πόδας οι μικρομεσαίοι που και αυτοί προσπαθούσαν με το μεσαίο βαλάντιό τους, να «υπάρξουν» στο τότε χρηματιστήριο της νύκτας και τελευταίοι στην επίδειξη έρχονταν οι νεαροί δανδήδες, που άφραγκοι καθώς ήταν, αλλά νέοι και ωραίοι, έδιναν μάχη με τα οικονομικά τους, για να δώσουν το δυναμικό παρόν, στην ξέφρενη αθηναϊκή νυκτερινή διασκέδαση. Νοίκιαζαν έτσι άμαξες με δανεικά, έπαιζαν το αστικής συνήθειας μπιλιάρδο τους στα καφενεία και συνήπταν αλλεπάλληλα μικροδάνεια διαρκώς για να ανταπεξέλθουν στα έξοδα της διασκέδασης. Μέχρι που αναπότρεπτα έρχονταν και η χρεοκοπία.
Αλλά ας δούμε με πόσην παραστατική ενάργεια και το ιδίωμα της εποχής, αποτυπώνει στα κείμενά του, την διασκέδαση των λαϊκών ανθρώπων κείνα τα χρόνια – στο λυκαυγές του 20-ου αιώνα – ο συγγραφέας και διανοούμενος Μιχαήλ Μητσάκης. Γράφει «Πολυπληθή ζυθοπωλεία παρέχουσιν αυτώ αντί ευτελούς τιμής μπίραν υπόξινον προς πόσιν και ρυπα-ράν Ιταλίδα ή Ελληνίδα υπηρετούσαν προς θέαν. Ικανοί δε ξενώνες εν οις παρέχεται οίνος, ζύθος και τροφή κατά προτίμησιν δε πατσάς, μένοντες ανοικτοί προς χάριν αυτού καθ΄όλην την νύκταν, εισάγοντες δε μετά παραδόξου επιτυχίας το σύστημα των ιδιαιτέρων δωματίων, καλούσιν αυτόν εις παννυχίους ευωχίας…». Έτσι κυλούσε η νυκτερινή διασκέδαση στην παλιά Αθήνα, με τα «Καφέ Αμάν», τις μπυραρίες και το «Άντρον των Νυμφών», να δίνουν τον τόνο, στο τσακίρ κέφι των περιπαθών και ακόρεστα γλεντζέδων Αθηναίων !
*Ο συγγραφέας Πάνος Ν. Αβραμόπουλος, είναι M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π., Αν. Γραμματέας Πολιτισμού ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ
www.panosavramopoulos.blogspot.gr

 
                                     
										 
												 
												 
												 
												















Leave a comment