ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΕΚΘΕΤΟ ΤΗΣ ΙΔΕΟΛΗΨΙΑΣ ΚΑΠΟΙΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

(Συνέντευξη στον Ανδρέα Ζαμπούκα)

Η νέα παρέμβαση στην Παιδεία, η οποία επιχειρείται για μικροπολιτικούς λόγους και με λαϊκίστικα κριτήρια, πλήττει πρώτα και κύρια τους φοιτητές, συνολικά τα Πανεπιστήμια, και όλους εμάς δηλώνει,  ο Πρύτανης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Περικλής Μήτκας. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει είναι θλιβερό να βλέπει το Πανεπιστήμιο «να μένει έκθετο λόγω της ιδεοληψίας μιας μερίδας ανθρώπων που έχουν απώτερο σκοπό την επίτευξη μικροπολιτικών στόχων»

Με αφορμή το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας που ψηφίζεται σήμερα από τη Βουλή, παρά τις αντιδράσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης και την αποχώρηση του ΠΑΣΟΚ από τη συζήτηση, ο κ. Μήτκας τονίζει ότι «στο όνομα του εύπεπτου συνθήματος των ίσων ευκαιριών διαπράττεται μία αποδόμηση όσων έχουμε κατορθώσει να περισώσουμε τα τελευταία χρόνια».

Προσθέτει δε ότι ακόμη και αυτό το αφήγημα δεν έχει κανένα νόημα. «Οι ίσες ευκαιρίες δεν έχουν καμία αξία αν οι φοιτητές δεν μπορούν να χωρέσουν στις αίθουσες διδασκαλίας τους, αν δεν υπάρχουν καθηγητές να στελεχώσουν ένα πρόγραμμα σπουδών, ή αν οι απόφοιτοί μας αδυνατούν να βρουν εργασία στον τομέα των σπουδών τους».

Μάλιστα κάνει λόγο για σαθρά θεμέλια πάνω στα οποία επιχειρείται να στηθεί το «εποικοδόμημα» εκφράζοντας την ανησυχία του για περαιτέρω απαξίωση της ελληνικής δημόσιας εκπαίδευσης.

Ο πρύτανης του Αριστοτελείου υπογραμμίζει πως όσα προωθούνται δεν έχουν νόημα. Αντιθέτως υποβαθμίζουν τα ίδια τα Πανεπιστήμια και όπως σημειώνει η ίδρυση ΤΕΙ ή ΑΕΙ διαχρονικά αποτελούσε προεκλογική υπόσχεση των ανά την επικράτεια πολιτικών προς άγραν ψήφων. «Θεωρήσαμε, λανθασμένα όπως αποδεικνύεται εκ των πραγμάτων, ότι αυτή η στρεβλή λογική είχε κοπάσει τα τελευταία αυτά χρόνια της κρίσης».

Και καταλήγει τονίζοντας ότι «το τελευταίο νομοσχέδιο σίγουρα δεν εδράζεται σε ένα εθνικό σχέδιο που λαμβάνει υπόψη τις μελλοντικές ανάγκες της χώρας σε επιστημονικό δυναμικό ούτε σε μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας των προτεινομένων τμημάτων».

– Θεωρείτε ότι το νομοσχέδιο Γαβρόγλου, με τα επιπλέον πανεπιστημιακά τμήματα που ιδρύει, οδηγεί στην ευκολότερη εισαγωγή φοιτητών και κατ’ επέκταση σε πτώση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης;

Δίχως αμφιβολία. Είναι μία ακόμη κίνηση στον χώρο της Παιδείας που πλήττει καίρια την ακαδημαϊκή αριστεία. Πρόκειται για μία κοσμοαντίληψη εντελώς διαφορετική από τη λογική που θα έπρεπε να διέπει όσους νομοθετούν στον χώρο του εκπαιδευτικού μας συστήματος.

Έχω δηλώσει στο παρελθόν ότι δεν είναι βιώσιμο για μια εθνική οικονομία ένα μοντέλο εκπαίδευσης, όπου όσοι αποφοιτούν από το Λύκειο θα εισάγονται αυτόκλητα στο Πανεπιστήμιο. Πέρα από την ανάγκη ύπαρξης επαγγελμάτων και δεξιοτήτων που δεν απαιτούν πανεπιστημιακό τίτλο, είναι γεγονός ότι οι σπουδές απαιτούν ιδιαίτερη αφοσίωση και μόχθο. Δεν μπορούμε, ως ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, και δεν πρέπει να κάνουμε εκπτώσεις στην ποιότητα των προγραμμάτων σπουδών. Ένα καλό Πανεπιστήμιο βασίζεται στην ποιότητα των καθηγητών και των φοιτητών του. Βασίζεται στην αριστεία. Πουθενά στον κόσμο η μαζικότητα στην ανώτατη εκπαίδευση δεν συμβαδίζει με την ποιότητα.

Πιστεύω ακράδαντα ότι στο Πανεπιστήμιο πρέπει να σπουδάζουν όσοι και όσες θέλουν και μπορούν. Μέριμνα πρέπει να ληφθεί για όσους έχουν όλα τα προσόντα μα αδυνατούν οικονομικά. Δεν έχει ωστόσο νόημα να εισάγονται σε απαιτητικά προγράμματα σπουδών άτομα που δεν θα μπορέσουν να τα ολοκληρώσουν. Και φυσικά δεν έχει καμιά ακαδημαϊκή λογική η υποβάθμιση των προγραμμάτων σπουδών ώστε να γίνουν πιο ‘εύκολα’.

– Ενώ η κυβέρνηση έχει κρατήσει τα Πανεπιστήμια σε καθεστώς σοβαρής υποχρηματοδότησης τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα να έχουμε πολλά τμήματα που υπολειτουργούν, την ίδια στιγμή ψηφίζει το άνοιγμα νέων τμημάτων. Πώς δικαιολογείται αυτή η αντίφαση;

Διαχρονικά η ίδρυση ενός Πανεπιστημίου ή ενός ΤΕΙ αποτελούσε προεκλογική υπόσχεση των ανά την επικράτεια πολιτικών προς άγραν ψήφων. Και υπάρχουν δύο σκέλη σε αυτή την πολιτική τακτική. Το ένα είναι λυπηρό∙ πολλοί εξ αυτών τα κατάφεραν. Το έτερο είναι τραγικό∙ οι απόφοιτοι όλων αυτών των τμημάτων αυξάνουν καθημερινά το ποσοστό των ανέργων επιστημόνων του τόπου μας. Πολλοί άλλοι δε, προστέθηκαν στο ποσοστό των αποδημούντων Ελλήνων.

Θεωρήσαμε, λανθασμένα όπως αποδεικνύεται εκ των πραγμάτων, ότι αυτή η στρεβλή λογική είχε κοπάσει τα τελευταία αυτά χρόνια της κρίσης. Η οικονομική ασφυξία τόσο των Πανεπιστημίων όσο και των νοικοκυριών άνοιξε τη συζήτηση για τη μείωση των κατά τόπους τμημάτων που καρκινοβατούσαν, μια συζήτηση που, παρά τα επιμέρους λάθη, ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση. Όλα αυτά ανατράπηκαν με τα νομοθετήματα της τελευταίας χρονιάς. Και για να απαντήσω στο ερώτημά σας, η εν λόγω αντίφαση έγκειται ακριβώς σε αυτή τη διαφορετική θεώρηση του κόσμου. Το τελευταίο νομοσχέδιο σίγουρα δεν εδράζεται σε ένα εθνικό σχέδιο που λαμβάνει υπόψη τις μελλοντικές ανάγκες της χώρας σε επιστημονικό δυναμικό ούτε σε μελέτες σκοπιμότητας και βιωσιμότητας των προτεινομένων τμημάτων.

Έχουμε εκφράσει επανειλημμένα την αγωνία μας για τα προβλήματα που ταλανίζουν τμήματα ιστορικών ιδρυμάτων, όπως το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, τα οποία έχουν πληγεί ασύμμετρα από τον μεγάλο αριθμό αφυπηρετήσεων και τη μακροχρόνια υποχρηματοδότηση. Το Αριστοτέλειο έχει χάσει περίπου 500 θέσεις καθηγητών από την αρχή της κρίσης. Ποιο τμήμα θα έχει προτεραιότητα σε νέες προσλήψεις; Αυτό που λειτουργεί εδώ και δεκαετίες, με πλήρως ανεπτυγμένο πρόγραμμα σπουδών, με μεγάλο αριθμό φοιτητών και εδραιωμένη φήμη, αλλά έχει δει το προσωπικό του να μειώνεται στο μισό, ή ένα νέο τμήμα δίχως καθόλου προσωπικό; Διότι αντικειμενικά δεν μπορούν να ικανοποιηθούν οι ανάγκες όλων. Ειλικρινά, δεν κατανοώ πώς θα στελεχωθούν τα νέα αυτά τμήματα ενώ τα ήδη λειτουργούντα διαρκώς «αιμορραγούν».

– Πιστεύετε ότι σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο η κυβέρνηση περνά παράλογα νομοσχέδια; Συμβαδίζει αυτή η τακτική με τα τεράστια ποσοστά ανεργίας των ήδη πτυχιούχων;

Ως μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας, δεν κρίνω το κίνητρο των εκάστοτε νομοθετούντων στον χώρο της Παιδείας αλλά το αποτέλεσμα όλων αυτών των πρακτικών. Με θλίβει, λοιπόν, να βλέπω το Πανεπιστήμιό μας, το Πανεπιστήμιο των παιδιών μας, να μένει έκθετο λόγω της ιδεοληψίας μιας μερίδας ανθρώπων που έχουν απώτερο σκοπό την επίτευξη μικροπολιτικών στόχων. Το κόστος των αποφάσεων που λαμβάνονται με λαϊκίστικα κριτήρια (βλέπε, παραδείγματος χάρη, το σύστημα αλόγιστων μετεγγραφών) το πληρώνουμε καθημερινά όλοι μας μέσα στα Πανεπιστήμια και πρώτα και κύρια οι φοιτητές μας.

Θεωρώ ότι η ίδρυση νέων τμημάτων στις λεγόμενες «καθηγητικές σχολές», όπως είναι επί παραδείγματι των Μαθηματικών και της Φυσικής, στερείται λογικής, αφού θα προσθέσει νέους πτυχιούχους σε μια αγορά ιδιαίτερα κορεσμένη εδώ και δεκαετίες. Για τον ίδιο λόγο, δεν έχει λογική ο σχεδόν διπλασιασμός των Τμημάτων Μηχανικών και Γεωπονίας.

Στο όνομα του εύπεπτου συνθήματος των ίσων ευκαιριών διαπράττεται μία αποδόμηση όσων έχουμε κατορθώσει να περισώσουμε τα τελευταία χρόνια. Οι ίσες ευκαιρίες δεν έχουν καμία αξία αν οι φοιτητές δεν μπορούν να χωρέσουν στις αίθουσες διδασκαλίας τους, αν δεν υπάρχουν καθηγητές να στελεχώσουν ένα πρόγραμμα σπουδών, ή αν οι απόφοιτοί μας αδυνατούν να βρουν εργασία στον τομέα των σπουδών τους. Το «εποικοδόμημα» που χτίζεται εδράζεται σε θεμέλια σαθρά και φοβάμαι ότι θα οδηγήσει σε περαιτέρω απαξίωση της ελληνικής δημόσιας εκπαίδευσης.

 

Πηγή:  Liberal.gr

Related Post

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *