ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ «ΓΙΓΑΝΤΩΝ» ΣΤΟΝ ΕΙΡΗΝΙΚΟ: ΠΩΣ Η ΚΙΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΗΠΑ ΑΝΑΔΙΑΤΑΣΣΟΥΝ ΤΟΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΧΑΡΤΗ

Του Παναγιώτη Αλιμήση*

Το τελευταίο διάστημα, ολοένα και περισσότερα πολεμικά πλοία των ΗΠΑ βρίσκονται τον ευρύτερο χώρο του Ειρηνικού, σε μια επίδειξη ισχύος με αποδέκτη την Κίνα. Οι Κινέζοι προσπαθούν να διασφαλίσουν τον ζωτικό τους χώρο στη «θάλασσα της νότιας Κίνας», με απώτερο σκοπό τον έλεγχο –ή από κοινού έστω έλεγχο – των θαλασσίων οδών με τη Δύση, γεγονός που έχει προκαλέσει θόρυβο στους policy planers της Ουάσιγκτον.

Μέχρι τώρα το πανίσχυρο αμερικανικό ναυτικό, συνεπικουρούμενο με εκείνο της Ιαπωνίας και της Νότιας Κορέας, είχαν την πρωτοβουλία των κινήσεων σε όλο το φάσμα, αφού η Κίνα δεν μπορούσε να προβάλει την απαραίτητη υπεροπλία (projection of power) τόσο σε αριθμούς όσο και σε ποιοτικό επίπεδο. Ωστόσο, η ανάληψη της προεδρίας από τον Ξι Ζιπίνγκ στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στα στρατηγικά εξοπλιστικά προγράμματα, με αποτέλεσμα σήμερα η Κίνα να είναι σε θέση  να προβάλει αποτρεπτική ισχύ σε θάλασσα και αέρα (ισοδύναμο τετελεσμένο) με μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στο διεθνές περιβάλλον. Μάλιστα τα αντίμετρα που υιοθετεί το Πεκίνο έναντι της Δυτικής παρουσίας στα νώτα του, δεν αφορούν μόνο τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, αλλά επεκτείνονται και σε άμεσες παρεμβάσεις στον άμεσο χώρο αντιπαράθεσης, με τη κατασκευή νησιών.

 Η αφύπνιση του «δράκου»

Παρά την υπερηφάνεια της Κίνας, σε ότι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό της (πάνω από 1,3 δισ πληθυσμός με 95% εθνική ομοιογένεια) ο πανάρχαιος ασιατικός γίγαντας άργησε να παρακολουθήσει τα τεχνολογικά επιτεύγματα της Δύσης, ιδίως στον στρατιωτικό τομέα. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, υπήρχαν Κινέζοι πολιτοφύλακες με… τόξα και ασπίδες, όταν οι δυτικοί στρατοί ήδη μελετούσαν την πυρηνική τεχνολογία! Είναι χαρακτηριστικό πως  ο 19ος αιώνας έχει αποτυπωθεί στη κινεζική ιστοριογραφία ως ο «αιώνας της ταπείνωσης» καθώς οι Κινέζοι δεν ήταν σε θέση όχι μόνο να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τους δυτικούς αποικιοκράτες, αλλά ούτε καν να προβάλλουν ενστάσεις. Αποκορύφωση αυτού του ταπεινωτικού αιώνα ήταν η αποτυχούσα επανάσταση των «Μποξέρ» το 1899, όταν μερικοί αυθόρμητοι πατριώτες προσπάθησαν να εκδιώξουν από τα παράλια της χώρας τους, τους Ευρωπαίους εμπόρους, οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί-αποβιβαστεί μερικές δεκαετίες πριν. Η προσπάθειά τους απέτυχε παταγωδώς, μολαταύτα, ξύπνησε τον κινεζικό εθνικισμό και έθεσε τις βάσεις για την μετέπειτα επέκταση του κινεζικού βασιλείου ως το Θιβέτ και την Ινδοκίνα.

Στη συνέχεια, η άνοδος του κομμουνιστή ηγέτη Μάο Τσε Τουνγκ στην εξουσία και η ακόλουθη «πολιτιστική επανάσταση», προσέδωσε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση στους Κινέζους, υπενθυμίζοντάς την μεγάλη ιστορία τους, αλλά και την υποχρέωση που έχουν να προστατέψουν συλλογικά την χώρα από τον «δυτικό ιμπεριαλισμό». Έτσι, μετά τον Β’ ΠΠ η Κίνα ξεκίνησε μια ξέφρενη ανάπτυξη –άλλοτε αργή άλλοτε ραγδαία- με τομές και ρήξεις πάνω σε απαρχαιωμένες νοοτροπίες, με αποτέλεσμα σήμερα να θεωρείται ένας από τους τρείς κεντρικούς πόλους του νέου διεθνούς συστήματος, μαζί με την Ρωσία και τις ΗΠΑ.

Συμμαχίες

Η παρουσία των Αμερικανών στον Ειρηνικό δεν θα απολάβανε την σημερινή ισχύ, αν δεν συνεπικουρούταν πολιτικά και στρατιωτικά από την Ιαπωνία, την Νότια Κορέα, την Ταϊβάν και τις Φιλιππίνες. Αναπόφευκτα, αυτή η ‘συμμαχία’ έχει δημιουργήσει ένα τόξο που «συμπιέζει» τις κινεζικές ακτές, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια ελιγμών για το κινεζικό ναυτικό, ενώ ταυτόχρονα, υποστηρίζει μέσω πολυάριθμων λιμανιών και βάσεων, μεγάλο όγκο αμερικανικών ναυτικών και αεροπορικών δυνάμεων. Από την ιστορική πολεμική βάση της Οκινάουα στην Ιαπωνία (έτος ίδρυσης 1945), έως τη Μαλαισία και την Αυστραλία, ο αμερικανικός στρατός διατηρεί περί τις 30 βάσεις κύριες και δευτερεύουσες! Φυσικά, η Ουάσιγκτον ‘εξηγεί’ στη διεθνή κοινότητα την παρουσία της, έχοντας ως δικαιολογία την προστασία των θαλάσσιων οδών (πάνω από το 70% του παγκοσμίου εμπορίου, περνά από την θάλασσα της νότιας Κίνας) την υπεράσπιση της Ταϊβάν από την κινεζική «επιθετικότητα», καθώς και την προστασία της Νότιας Κορέας απ΄ τις επιθετικές διαθέσεις της Βόρειας.

Ωστόσο, οι Κινέζοι θεωρούν ότι η Αμερικανική επιρροή, στην πραγματικότητα στοχεύει στην υποβάθμιση του κινεζικού παράγοντα, με απώτερο σκοπό να συγκροτηθεί ένα «πανασιατικό αντι-κινεζικό μέτωπο». Απ την άλλη πλευρά, η Κίνα δεν διαθέτει καμία ουσιαστική συμμαχία πέρα από την Ρωσία, αφού οι πέριξ χώρες που την περιβάλουν υποπτεύονται πως το Πεκίνο δεν θέλει να διώξει τους Αμερικανούς, αλλά απλά να πάρει τη θέση τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αντιπαράθεση Πεκίνου-Φιλιππινών για τα πλούσια σε υδρογονάνθρακες διαφιλονικούμενα νησιά Σπράτλι, όπου η δεύτερη ως χώρα ανίσχυρη στρατιωτικά, στηρίζει σε μεγάλο βαθμό την άμυνά της στα αμερικανικά αεροπλανοφόρα. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με την Ταϊβάν, όπου η Κίνα τη θεωρεί αναπόσπαστο μέρος της (ουσιαστικά επαρχία της) και οποιαδήποτε αμερικανική παρέμβαση υπέρ των Ταϊβανέζων, λογίζεται από την κινεζική ηγεσία ως άμεση παρέμβαση στα εσωτερικά της. Επειδή λοιπόν η Κίνα δεν μπορεί να στραφεί σε αποτελεσματικές συμμαχίες, δίνει μεγάλο αντισταθμιστικό βάρος στην αποτρεπτική στρατιωτική ισχύ καθώς και στην οικονομικο-γεωγραφική επέκταση, πέραν του παραδοσιακού χώρου της.

Τακτική και εξοπλισμοί

Τα τελευταία 15 χρόνια ο κινεζικός στρατός βρίσκεται σε τροχιά ριζικού εκσυγχρονισμού, παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της Κίνας παρουσιάζει αξιοσημείωτη κάμψη. Σύμφωνα με την κινεζική στατιστική υπηρεσία, το 2018 η οικονομία επιβραδύνθηκε τόσο ώστε να φτάσει το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 30 ετών! (το 1990 είχε καταγράψει ρυθμούς 3,5%) Οπωσδήποτε, οι ανακοινώσεις του Ντόναλτ Τράμπ περί «οικονομικού πολέμου» συνέβαλαν τα μέγιστα στη δημιουργία κλίματος οικονομικής ανασφάλειας, αν και όλα δείχνουν πως ούτε η αμερικανική οικονομία είναι σε θέση να αντέξει τους κλυδωνισμούς από μια ρήξη με τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο. Για να αποφύγει τα χειρότερα, το κινεζικό επιτελείο δρομολογεί ταχύτατα την κατασκευή στρατηγικών όπλων όπως αεροπλανοφόρα, υπερηχητικούς πυραύλους μακράς ακτίνας (hypersonic), τεχνολογίες stealth και πολλών νέων καταδρομικών πλοίων, επιδιώκοντας έτσι την αναβάθμιση έναντι της υπάρχουσας αμερικανικής τεχνολογικής ανωτερότητας.

Ενδεικτικά μόνο, το κινεζικό υπουργείο άμυνας ανακοίνωσε πρόσφατα την επιτυχημένη δοκιμή πυραύλου ικανού να χτυπήσει αμερικανικά αεροπλανοφόρα, χωρίς να μπορεί να αναχαιτιστεί. Λέγεται, πως ο συγκεκριμένος συμβατικός πύραυλος στερεών καυσίμων, βγαίνει στο διάστημα και από εκεί εκτοξεύει κεφαλή μεγάλης ισχύος προς τον εμπλεκόμενο στόχο, με ταχύτητα επανεισόδου που αγγίζει τα 20.000 χιλιόμετρα την ώρα. Οι Αμερικανοί παρακολουθούν στενά τα κινεζικά επιτεύγματα αντιπαραβάλλοντας ως τώρα τεχνολογίες αιχμής όπως το «αόρατο» αεροπλάνο F-22 Raptor (το οποίο μάλιστα απαγορεύεται να πουληθεί σε άλλες χώρες!) όπως και το νεοεισαχθέν σε υπηρεσία F-35 Lightening. Η Κινεζική αεροπορία διαθέτει το αεροσκάφος stealth Dragon, αν και δεν είναι ακόμα γνωστές οι πραγματικές του δυνατότητες, ίσως γιατί οι Κινέζοι επιτελείς δεν θέλουν να διαρρεύσουν προς τα έξω απόρρητες πληροφορίες.

Όμως η Κίνα, χρειάζεται πολλαπλές πηγές για να καταστήσει μακροπρόθεσμα αποτελεσματικές και ευέλικτες τις δυνάμεις ασφαλείας της. Για τον λόγο αυτό, ολοκληρώνεται σύντομα η κατασκευή τεχνιτών νησιών-βάσεων αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων, σε διαφιλονικούμενες θαλάσσιες ζώνες με σκοπό την προβολή γεωγραφικής αποτρεπτικής ισχύος. Απώτερος στόχος αυτής της πολιτικής, είναι να φρενάρουν οι Κινέζοι τα νομικά επιχειρήματα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, που καταγγέλλουν καταπάτηση διεθνών υδάτων κ.τ.λ. Τα τεχνητά αυτά νησιά εξασφαλίζουν στους Κινέζους τα εξής πλεονεκτήματα: Πρώτον δίνουν τη δυνατότητα στη Κίνα να ελέγξει κρίσιμο χώρο στους θαλάσσιους εμπορικούς διαύλους. Δεύτερον, διασφαλίζουν τον ζωτικό χώρο (που άλλωστε κατείχε ιστορικά), τρίτον δίνουν άμεση πρόσβαση στις νέες πηγές υδρογονανθράκων της περιοχής, και τέταρτον, αυξάνουν την ακτίνα δράσης των αεροναυτικών δυνάμεων σε περίπτωση στρατιωτικής αντιπαράθεσης.

Βέβαια, πρέπει εδώ να σημειωθεί πως η Κίνα μπορεί να χρησιμοποιήσει τη Βόρεια Κορέα ως το «χρυσό διπλωματικό χαρτί» έναντι των ΗΠΑ, απειλώντας ευθέως την Ουάσιγκτον ότι θα βοηθήσει το καθεστώς του Κιμ Γιονγκ Ουν να αποκτήσει γρηγορότερα πυρηνικά όπλα και μάλιστα με παραχώρηση τεχνολογίας. Παρόλα αυτά, το σενάριο αυτό δεν φαίνεται να  λαμβάνεται σοβαρά υπόψη από την πλειοψηφεία των Κινέζων εμπειρογνωμόνων, καθώς μια πυρηνική Βόρεια Κορέα θα ήταν στρατιωτικά απρόβλεπτη, αλλά και η ίδια η Κίνα θα έχανε το πλέον το μονοπώλιο της «μόνης πυρηνικής δύναμης στην Άπω Ανατολή». Επιπλέον, δεν θα ήθελε να δει το βορειοκορεατικό καθεστώς, να πουλάει έναντι εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων σε τρομοκρατικές οργανώσεις το know how των πυρηνικών όπλων…

Η Αμερικανική αντίδραση στις κινεζικές επιδιώξεις, δεν μπορεί να περάσει την λεγόμενη «κόκκινη γραμμή» για το λόγο ότι η Κίνα δεν είναι μια χώρα της τριτοκοσμικής περιφέρειας αλλά μια πυρηνική δύναμη που μπορεί να επιφέρει τέτοιο πλήγμα στις συμμαχικές δυνάμεις των ΗΠΑ, ώστε να μην το αντέχει η αμερικανική κοινωνία ούτε η οικονομία. Ο μόνη ρεαλιστική μέθοδος «αποτροπής» από την Ουάσιγκτον, είναι απλά να αντιπαραθέτει την δική της ισχύ (Containment) όπως ακριβώς γινόταν στον Ψυχρό Πόλεμο με την Σοβιετική Ένωση.  Άλλωστε, η οικονομία των ΗΠΑ τα τελευταία 20 χρόνια έχει υποστεί μεγάλες αιμορραγίες απ΄τον λεγόμενο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας και γιαυτό δεν είναι σε θέση να προχωρήσει σε περισσότερες περικοπές σε άλλους τομείς. Επίσης, οι στρατιωτικές δυνάμεις της υπερδύναμης έχουν αντιμετωπίσει απ΄το 1945 και ύστερα στρατούς τεχνολογικά και αριθμητικά υποδεέστερους και με υποβαθμισμένη εκπαίδευση (Ιράκ, Αφγανιστάν, Συρία). Κατά συνέπεια, το αμερικανικό προσωπικό, παρά το ετοιμοπόλεμό του, δεν είναι ψυχολογικά έτοιμο για μια αντιπαράθεση αμφιβόλου αποτελέσματος.

Δρόμος του μεταξιού και Αφρική

Παράλληλα με τον στρατιωτικό εκσυγχρονισμό, οι κινέζοι προσβλέπουν σε οικονομικό άνοιγμα προς τα δυτικά, αναβιώνοντας τον ιστορικό δρόμο του μεταξιού, αυτή τη φορά με σιδηρόδρομο. Το μεγαλεπήβολο έργο, προβλέπει τη κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής με σκοπό την προώθηση των κινεζικών εξαγωγικών προϊόντων στην Ευρωπαϊκή αγορά συμπεριλαμβανομένου και αμυντικού υλικού. Η παραγωγή φθηνών και ακριβών βιομηχανικών προϊόντων στην Κίνα είναι τόσο μεγάλη, που ενίοτε δημιουργείται πλεόνασμα. Συνεπώς, πρέπει να βρεθούν καινούργιες αγορές από στεριά, ώστε τα κάθε είδους προϊόντα να διοχετευθούν γρηγορότερα στις δυτικές αγορές. Οι κεντροασιατικές χώρες είναι θετικές σε αυτό το εγχείρημα, αν και κατά καιρούς έχουν εκφράσει ενστάσεις για διάφορους λόγους, που ξεκινούν από την κατανομή των κερδών έως τα ζητήματα ασφάλειας. Μια από τις χώρες που μάλλον δεν καλοβλέπει τον «σιδηρόδρομο του μεταξιού» είναι η σύμμαχος Ρωσία, αφού η κατασκευή ενός τέτοιου κολοσσιαίου έργου, αναμένεται να υποβαθμίσει τον γνωστό υπερσιβηρικό σιδηρόδρομο, τον οποίο η Μόσχα προορίζει –λίγο, πολύ- για τον ίδιο ρόλο.

Ωστόσο, οι Κινέζοι ευελπιστούν πως όταν ολοκληρωθεί ο σιδηρόδρομος, τα κέρδη δεν θα περιοριστούν μόνο σε γεωοικονομικό επίπεδο, αλλά θα επεκταθούν και στο ευρύτερο γεωπολιτικό. Μέχρι τώρα, το παγκόσμιο εμπόριο στηρίζεται στο μεγαλύτερο μέρος του από τη θαλάσσια οδό: Θάλασσα νότιας Κίνας – Ινδικός Ωκεανός – Περσικός κόλπος – Στενά Ορμούζ – Διώρυγα Σουέζ – Μεσόγειος. Όμως αυτές οι θάλασσες παρουσιάζουν κενά ασφάλειας (ταραχές στην Υεμένη, πειρατεία, τρομοκρατικά χτυπήματα στο Σουέζ, κρίσεις στον Περσικό κ.α). Το Πεκίνο γνωρίζει πως η Αμερικανική στρατιωτική παρουσία σε αυτόν τον εμπορικό θαλάσσιο δίαυλο είναι συντριπτική, γιαυτό ψάχνει την εναλλακτική λύση μέσω στεριάς. Δεδομένης δε και της ολοένα αναπτυσσόμενης συμμαχίας ΗΠΑ-Ινδίας, φαντάζει απίθανο προς το παρόν η Κίνα να μπορέσει να «σπάσει» αυτό τον κρίκο που αρχίζει να διαμορφώνεται στο υπογάστριό της (Ινδικός Ωκεανός). Γιαυτό αναζητείται η εφεδρική εναλλακτική λύση που μόνο η κεντρική Ασία μπορεί να προσφέρει, χωρίς βέβαια να εγκαταλείπεται η προσπάθεια ελέγχου της θαλάσσιας οδού ή τουλάχιστον παράλληλης παρουσίας του κινεζικού ναυτικού σε αυτήν. Ένας από τους λόγους άλλωστε που οι Κινέζοι δίνουν βάρος στην ανάπτυξη του πολεμικού ναυτικού και της αεροπορίας, είναι για να εγγυηθούν μελλοντικά την ασφάλεια των θαλάσσιων εμπορευμάτων τους.

Τα κινεζικά εμπορικά πλοία χρησιμοποιούν τον παραδοσιακό θαλάσσιο δίαυλο προκειμένου να φτάσουν στις πλουτοπαραγωγικές περιοχές της Αφρικανικής ηπείρου. Ήδη κινεζικές εταιρίες δραστηριοποιούνται σε πολλές αφρικανικές χώρες με σκοπό να αποσπάσουν τις απαραίτητες πηγές, απαραίτητες για την τεράστια κινεζική βιομηχανία. Η Αφρική απέχει γεωγραφικά από τον «σιδηρόδρομο του μεταξιού», συνεπώς η διατήρηση της ασφάλειας των θαλασσίων οδών από την Κίνα είναι ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα της κινεζικής ηγεσίας. Δεν αποκλείεται δε, σε μέλλοντα χρόνο, η κινεζο-αμερικανική αντιπαράθεση να ξεφύγει από τα «στενά όρια» του Ειρηνικού και να μεταφερθεί πιο δυτικά.

*Ο Παναγιώτης Αλιμήσης είναι ιστορικός και διεθνολόγος

Related Post

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *