ΔΙΕΘΝΗ
ΤΙ ΑΠΕΦΕΡΕ ΤΕΛΙΚΑ Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΠΟΥΤΙΝ ΤΡΑΜΠ

Του Κώστα Ράπτη

Την ώρα που η σύνοδος της G20 στο Αμβούργο επισκιαζόταν από τον εντυπωσιακό όγκο των διαδηλώσεων και τα μεγάλης κλίμακας επεισόδια, η σύνοδος G2, δηλαδή η από καιρό αναμενόμενη συνάντηση ανάμεσα στον Αμερικανό πρόεδρο Donald Trump και τον Ρώσο ομόλογό του Vladimir Putin μάλλον στέφθηκε με μεγαλύτερη επιτυχία και σίγουρα είχε περισσότερο βάθος.

Το ίδιο το γεγονός ότι μια συνάντηση προγραμματισμένη να διαρκέσει 30 λεπτά διήρκεσε εντέλει 2 ώρες και 20 λεπτά είναι ενδεικτικό του ότι δεν υπήρξε διερευνητική και προφανώς, παρά τις εμμονές ορισμένων δυτικών μέσων ενημέρωσης, δεν επικεντρώθηκε στο ζήτημα της υποτιθέμενης ρωσικής ανάμειξης στις αμερικανικές εκλογές.

Άλλωστε, και ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος έκανε σαφές ότι προσέβλεπε σε αποτελέσματα, καθώς επέλεξε να συνοδεύεται από τον υπουργό Εξωτερικών Rex Tiellerson, που ως επικεφαλής της ExxonMobil έχει και στο παρελθόν συναντήσει τον Putin, αφήνοντας εκτός της συνάντησης αξιωματούχους με πολύ πιο επιθετική στάση έναντι της Ρωσίας, όπως τον υπουργό Άμυνας James Mattis, τον Σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας McMaster ή την καθ’ ύλην αρμόδια Fiona Hill από το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας.

Από τη μεριά του, ο Ρώσος πρόεδρος προσήλθε επίσης καλά προετοιμασμένος, στηριζόμενος στις καλές επιδόσεις της ρωσικής οικονομίας που εμφανίζει σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Επιπλέον, η συνάντησή του με τον Κινέζο ηγέτη Xi Jinping, τρεις μέρες νωρίτερα στη Μόσχα, επιβεβαίωσε την διαπλοκής της κινεζικής πρωτοβουλίας “Μία ζώνη – Ένας δρόμος” με την ρωσικής εμπνεύσεως Ευρασιατική Οικονομική Ένωση, απέφερε σημαντικές οικονομικές συμφωνίες αλλά και υπογράμμισε την σύμπλευση των δύο πλευρών σε θέματα όπως η Βόρεια Κορέα, με την έκδοση κοινού κειμένου υπέρ της επίλυσης της κρίσης δια του διαλόγου και κατά της εγκατάστασης αμερικανικών αντιβαλλιστικών συστημάτων THAAD.

Η ίδια η συνάντηση Trump και Putin κατάφερε να παράγει αποτελέσματα σε συγκεκριμένα πεδία.

Καταρχάς, υπήρξε η ανακοίνωση ότι οι δύο πλευρές συμφώνησαν να εγγυηθούν μια εκεχειρία στη νοτιοδυτική Συρία, στις περιοχές της Ντέραα, της Κουνέιτρα και της Ας Σουγουάιντα που ορίζουν μια από τις τέσσερις ζώνες αποκλιμάκωσης της έντασης όπως προσδιορίστηκαν στην πρόσφατη σύνοδο για το Συριακό στην Αστάνα του Καζαχστάν. Η πρόταση είναι ρωσικής πατρότητας αν και παραμένει ασαφές με ποιο τρόπο θα δράσουν οι αμερικανικές και ρωσικές δυνάμεις για την εφαρμογή της συμφωνίας, δεδομένης και της έντονης αντίδρασης του Ισραήλ σε οποιαδήποτε ξένη παρουσία κοντά στα υψίπεδα του Γκολάν. Πάντως η δήλωση ότι την εκεχειρία θα εγγυηθούν όλες οι πλευρές παραπέμπει σε αμερικανορωσική συνεργασία για την εφαρμογή της.

Επιπλέον συμφωνήθηκε να υπάρξει ένας δίαυλος αμοιβαίας επικοινωνίας ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τη Μόσχα για το ζήτημα της Ουκρανίας, στη βάση της εφαρμογής των Συμφωνιών του Μινσκ. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Sergei Lavrov δήλωσε ότι αναμένουν σύντομα στη Μόσχα ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ για το Ουκρανικό, ο οποίος, σύμφωνα με ανακοίνωση του State Department θα είναι ο Kurt Volker, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ.

Η τρίτη συμφωνία αφορούσε την επιτάχυνση και απλούστευση των διαδικασιών για την τοποθέτηση Αμερικανών και Ρώσων πρεσβευτών στη Μόσχα και στην Ουάσινγκτον αντίστοιχα. 

Η αμερικανική πλευρά έθεσε το θέμα της υποτιθέμενης ρωσικής ανάμειξης στις εκλογές (άλλωστε ο πρόεδρος Trump έπρεπε να απαντήσει και στην πίεση που δέχεται εγχωρίως επ’ αυτού), όμως ο Vladimir Putin το αρνήθηκε. Για τον μεν υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Rex Tillerson η άρνηση αυτή αποτελεί εμπόδιο στην προώθηση των διμερών σχέσεων, ωστόσο ο Ρώσος ομόλογός του Sergei Lavrov επέμεινε ότι ο Αμερικανός πρόεδρος θεώρησε “παράξενη” τη διενέργεια έρευνας για ρωσική ανάμειξη και αποδέχτηκε τις διαβεβαιώσεις του συνομιλητή του. Ως προς τις κυρώσεις έναντι της Ρωσίας, o Trump σημείωσε τις πρόσφατες αποφάσεις της Γερουσίας για επιπλέον κυρώσεις (την ψήφιση των οποίων καθυστερούν οι Ρεπουμπλικάνοι στην Βουλή των Αντιπροσώπων), ενώ και οι δύο πρόεδροι συμφώνησαν αυτό που προέχει είναι το πώς προχωρούν οι δύο χώρες από εδώ και πέρα.

Για τη Βόρεια Κορέα, η Ρωσία επέμεινε ότι παρά τις οικονομικές σχέσεις που διατηρεί με το καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ συμφωνεί ότι ο στόχος πρέπει να είναι η αποπυρηνικοποίηση της Κορεατικής χερσονήσου.

Η αμερικανική πλευρά έδειξε και σε αυτή τη συνάντηση να ακολουθεί ένα μοτίβο γνωστό ήδη από την προεκλογική ρητορική του Trump: σχετική εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία και επικέντρωση κυρίως προς την κινεζική πλευρά (πρβ. και την πρόσφατη ένταση σε σχέση με την Νότια Σινική Θάλασσα). Από την άλλη, η ρωσική πλευρά, που είχε σημαντικές προσδοκίες από τη συνάντηση, κυρίως προσπάθησε να αποσπάσει συγκεκριμένα αποτελέσματα, την ίδια στιγμή που ούτως ή άλλως αναβαθμίζει τις ρωσοκινεζικές σχέσεις.

Η συνέχιση την συζητήσεων πέφτει κυρίως στις πλάτες του Tillerson, αν και είναι ανοιχτό το ερώτημα εάν και κατά πόσο οι περισσότερο επιθετικές φωνές στην αμερικανική κυβέρνηση θα θελήσουν να βάλουν το δικό τους στίγμα. Πάντως, ενδεικτική της στάσης σημαντικών μερίδων του αμερικανικού κατεστημένου είναι η κάλυψη των φιλελεύθερων μέσων ενημέρωσης που κυρίως επικέντρωσαν και πάλι στο θέμα των ρωσικών κυβερνοεπιθέσεων παρά στα όποια βήματα έγιναν στις διμερείς σχέσεις.

Σε κάθε περίπτωση η ρωσική πλευρά από πολύ νωρίς απέκτησε τον επικοινωνιακό έλεγχο ενημερώνοντας δια του Lavrov και εν μέρει του ίδιου του Putin ως προς το περιεχόμενο των συνομιλιών, ενώ η αμερικανική πλευρά ανέλαβε δράση με καθυστέρηση και μέσω ανώνυμων αξιωματούχων. Όσο για την ουσία, αυτή θα κριθεί, “επί του εδάφους” στη Συρία.

CAPITAL.GR

Related Post