(Συνέντευξη στο Γιώργο Φιντικάκη)
Η άκρατη παροχολογία κρατά την Ελλάδα μακριά από τις αγορές, δίνει την εικόνα χώρας όπου ο λαϊκισμός παραμένει αχαλίνωτος και όλα αυτά ενώ δεν έχει εκλείψει ο λόγος για τον οποίο μπήκαμε στα μνημόνια, τονίζει με νόημα στο , ο Πάνος Τσακλόγλου, καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Σχολιάζοντας τα όσα λέει η κυβέρνηση ότι ο δημοσιονομικός χώρος επιτρέπει τις παροχές, απαντά ότι το θέμα είναι από που προήλθε αυτός ο χώρος, δηλαδή από τη θυσία στο βωμό των πλεονασμάτων, προκειμένου να δοθούν φιλοδωρήματα, του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, του μοναδικού εργαλείου που έχει το κράτος να επιταχύνει την ανάπτυξη. Εκτιμά ότι έτσι όπως πάμε, στο μέλλον θα δουλεύει ένας για να θρέψει πάνω από τρεις, αφού κάθε προοπτική αύξησης της απασχόλησης θυσιάζεται στο βωμό των προεκλογικών παροχών, όπως για παράδειγμα ο περιορισμός των επιδοτούμενων θέσεων σε βρεφονηπιακούς σταθμούς.
Και σαν μόνη λύση εξόδου από το τέλμα βλέπει την προκήρυξη σύντομα εκλογών, από τις οποίες θα προκύψει μια κυβέρνηση φιλική στο επιχειρείν, διαφορετικά η κατάσταση θα επιδεινωθεί κι άλλο αν η τωρινή άτυπη προεκλογική περίοδος επιμηκυνθεί μέχρι το φθινόπωρο του 2019.
– Δυόμισι μήνες μετά την έξοδο από τα μνημόνια, το επιχειρηματικό περιβάλλον επιδεινώνεται, η ανταγωνιστικότητα διολισθαίνει, ωστόσο ζούμε ένα καταιγισμό εξαγγελιών και προεκλογικών παροχών, με αποκορύφωμα τις 16.000 προσλήψεις για το 2019, και τις 18.500 για το 2020 στις οποίες αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός. Τελικά αυτό έχει ανάγκη σήμερα η ελληνική οικονομία, παροχές και προσλήψεις;
Κατ’ αρχήν, με βάση τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Ελλάδα για τα επόμενα χρόνια, δύσκολα στέκει ο ισχυρισμός ότι βγήκαμε από τα Μνημόνια. Άλλωστε, παρά την τυπική λήξη των Μνημονίων, η χώρα μας δεν έχει αποκτήσει πρόσβαση στις διεθνείς κεφαλαιαγορές – δηλαδή δεν έχει εκλείψει ο λόγος για τον οποίο μπήκαμε στα Μνημόνια.
Αυτό που έχει ανάγκη ο τόπος είναι ένα ξεκάθαρο αναπτυξιακό όραμα με έμφαση στην εξωστρέφεια της οικονομίας. Η άκρατη παροχολογία κάθε άλλο παρά βοηθά προς την κατεύθυνση αυτή. Κρατά τη χώρα μας μακριά από τις αγορές και δίνει την εικόνα χώρας όπου ο λαϊκισμός παραμένει αχαλίνωτος.
– Τι τύχη μπορεί να έχει μια χώρα όταν σε επίπεδο γενικού πληθυσμού εργάζεται μόλις το 35%; Όταν δηλαδή ένας Έλληνας παράγει το εισόδημα που καταναλώνουν τρεις; Για πόσο καιρό ακόμη θα είναι δυνατόν απ’ αυτό το εισόδημα να πληρώνονται η δημόσια υγεία, η παιδεία, οι συντάξεις, η άμυνα, τα δημόσια έργα, όλες δηλαδή οι κρίσιμες λειτουργίες του κράτους;
Το ποσοστό που αναφέρετε οφείλεται σε τρεις παράγοντες. Ο πρώτος έχει να κάνει με τη δημογραφική γήρανση του πληθυσμού. Ο δεύτερος με τη σχετικά χαμηλή συμμετοχή στην αγορά εργασίας των ατόμων που βρίσκονται σε παραγωγική ηλικία και, ιδιαίτερα, των γυναικών. Και ο τρίτος με το υψηλό ποσοστό ανεργίας των ατόμων που συμμετέχουν στο εργατικό δυναμικό.
Αναμφίβολα, αν θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας οριστικά την κρίση πρέπει να σχεδιάσουμε πολιτικές που να επηρεάζουν αυτούς τους παράγοντες προς την κατεύθυνση της αύξησης της απασχόλησης – κυρίως τους δύο τελευταίους.
Όμως, οι ενέργειες της κυβέρνησης σπρώχνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση. Για παράδειγμα, η επιλογή της μη περικοπής των συντάξεων των παλαιών συνταξιούχων με αντάλλαγμα των περιορισμό των επιδοτούμενων θέσεων σε βρεφονηπιακούς σταθμούς θα μειώσει τη συμμετοχή των γυναικών στο εργατικό δυναμικό ενώ μία σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού θα ανακόψει τη μείωση της ανεργίας που προέκυψε σαν αποτέλεσμα της απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας.
– Αν σας ζητούσα να αποτολμήσετε μια πρόβλεψη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας σε επτά- οκτώ μήνες από σήμερα, ποια θα ήταν αυτή ; Καλύτερη ή χειρότερη;
Εξαρτάται από το χρόνο και το αποτέλεσμα των εκλογών. Αν η άτυπη προεκλογική περίοδος την οποία διανύουμε τώρα επιμηκυνθεί μέχρι το φθινόπωρο με αυξανόμενη παροχολογία, κατά πάσα πιθανότητα η χώρα μας θα παραμείνει αποκλεισμένη από τις αγορές, το κόστος του κεφαλαίου στην οικονομία θα παραμείνει υψηλό και η οικονομία θα “σέρνεται”.
Αν, όμως, η παροχολογία δεν έχει συνέχεια, οι εκλογές γίνουν σύντομα, η κυβέρνηση που προκύψει μετά από αυτές είναι φιλική προς το επιχειρείν και έχει ένα ξεκάθαρο αναπτυξιακό όραμα και δημιουργηθούν κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες που θα αποτρέπουν νέες εκλογές σε σύντομο χρονικό διάστημα λόγω αδυναμίας εκλογής Προέδρου Δημοκρατίας είναι πολύ πιθανό να δούμε βελτίωση του οικονομικού κλίματος, αύξηση των επενδύσεων, επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας και οριστική έξοδο από την κρίση παρά το αντίξοο εξωτερικό περιβάλλον.
-Την ίδια στιγμή στη δημόσια συζήτηση κυριαρχεί η διεκδίκηση αναδρομικών, ενώ φουντώνει ένα κύμα αγωγών για το οποίο η Κομισιόν, χτυπά καμπανάκι. Πιστεύετε ότι αυτή η βόμβα θα σκάσει σε 2-3 χρόνια στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης;
Δεν είμαι νομικός, αλλά πολλές φορές διαβάζοντας δικαστικές αποφάσεις μου δημιουργείται απορία για τα κριτήρια αυτών που τις εκδίδουν. Η δημοσιονομική κατάρρευση της χώρας οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στα ελλείμματα του συνταξιοδοτικού συστήματος, και μάλιστα πριν αρχίσουν να εκδηλώνονται οι συνέπειες της δημογραφικής γήρανσης του πληθυσμού.
Περίπου τα δύο τρίτα της αύξησης του χρέους από το 2000 μέχρι σήμερα οφείλεται στις μεταβιβάσεις του προϋπολογισμού προς το συνταξιοδοτικό σύστημα. Η εικόνα ήταν γνωστή και, σε αδρές γραμμές, ποσοτικοποιημένη τουλάχιστον από την εποχή που ολοκληρώθηκε και τέθηκε σε διαβούλευση η έκθεση Σπράου στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Από τότε και μέχρι την εποχή των Μνημονίων δόθηκαν απανωτές αυξήσεις στις συντάξεις, ενώ αυξήθηκαν αδικαιολόγητα και οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις.
Ομολογώ ότι δεν γνωρίζω τις νομικές διαδικασίες, αλλά αναρωτιέμαι, στις αντίστοιχες περιπτώσεις τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας ζήτησαν αναλογιστικές μελέτες και, αν τις έλαβαν, δεν έβλεπαν ότι οδηγούμαστε σε εκτροχιασμό;
Η διαγενεακή αλληλεγγύη είναι μονόδρομος από τις νεότερες γενεές προς τους ηλικιωμένους; Το ότι φορτώναμε στα παιδιά μας ένα αβάσταχτο χρέος δεν φαίνεται να μας απασχολούσε ουδόλως. Δυστυχώς, αυτή η πρακτική φαίνεται να θριαμβεύει και πάλι – και ίσως μας οδηγήσει σε ένα εντελώς αδιέξοδο δρόμο.
– Κατά τη κυβέρνηση πάντως δεν συντρέχει κίνδυνος δημοσιονομικού εκτροχιασμού, ο δημοσιονομικός χώρος του 2019 επιτρέπει και τη μη περικοπή των συντάξεων και τη χρηματοδότηση των μέτρων της Θεσσαλονίκης. Αντέχει η ελληνική οικονομία αυτή την αυξανόμενη παροχολογία;
Οι εκτιμήσεις που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα για το πρωτογενές πλεόνασμα δείχνουν υπέρβαση των στόχων και δημιουργία αυξημένου δημοσιονομικού χώρου. Όμως, αμφιβάλλω αν ο δημιουργούμενος χώρος είναι επαρκής για να επιτρέψει τόσο τη με περικοπή των συντάξεων των παλαιών συνταξιούχων όσο και τη χρηματοδότηση όλων των μέτρων που εξήγγειλε ο κος Πρωθυπουργός στη ΔΕΘ.
Επιπρόσθετα, είναι ενδιαφέρον να δει κανείς πως δημιουργούνται τα υπερ-πλεονάσματα. Ο κύριος μηχανισμός είναι η υπο-εκτέλεση του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων. Δηλαδή, συνειδητά η κυβέρνηση περικόπτει εκείνο το κομμάτι του προϋπολογισμού που έχει τα μεγαλύτερα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα. Κατ’ αυτό τον τρόπο, επιβραδύνει την ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά εξοικονομεί πόρους που θα δοθούν σαν φιλοδωρήματα στη δυνητική εκλογική της πελατεία.
Έπειτα, η διατήρηση της προσωπικής διαφοράς των παλαιών συνταξιούχων συνεπάγεται την ακύρωση των περισσοτέρων «αντιμέτρων». Πολλά από αυτά τα αντίμετρα θα μπορούσαν να έχουν θετικό κοινωνικό αντίκτυπο αλλά και να περιορίσουν την υπερφορολόγηση, αυξάνοντας τις αναπτυξιακές δυνατότητες της οικονομίας.
Όμως, η εκλογική αριθμητική είναι υπέρ της διατήρησης της προσωπικής διαφοράς. Και όπως έχει δείξει επανειλημμένα με τις αποφάσεις της η κυβέρνηση, αυτό είναι το υπέρτατο κριτήριο για τις όποιες αποφάσεις της
Πηγή: Liberal.gr
Leave a comment