Του Παναγιώτη Αλιμήση
«Ισπανική αρένα» θυμίζει το τελευταίο διάστημα η επαρχία της Καταλονίας, με φόντο τις προετοιμασίες για το αποσχιστικό δημοψήφισμα την ερχόμενη Κυριακή 1η Οκτωβρίου. Τα… προεόρτια έχουν ξεκινήσει και πολλοί φοβούνται πως τις επόμενες μέρες η κατάσταση σε μεγάλο μέρος της χώρας ίσως φύγει εκτός ελέγχου. Μπορεί αυτή η άποψη να ακούγεται κινδυνολογική, ωστόσο, μετά την σύλληψη και κράτηση του γενικού γραμματέα του συμβουλίου Οικονομίας της Καταλονίας Josep M. Jové Llado και άλλων στελεχών της τοπικής ηγεσίας από τις ισπανικές αρχές, στο πλαίσιο παρεμπόδισης της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος, το φάντασμα της βίαιης διάσπασης πλανάται ξανά πάνω από την Ισπανία, πιο… επιβλητικό από ποτέ.
Το τελευταίο διάστημα, πραγματοποιούνται μικροεπεισόδια τόσο στη Βαρκελώνη όσο και σε άλλες μικρότερες πόλεις με την αστυνομία να προσπαθεί να περιορίσει τα φαινόμενα βίας. Βέβαια, πιστεύεται ότι το «νερό» έχει μπει ήδη στο «αυλάκι» και πως η απόσχιση της Καταλονίας αργά ή γρήγορα θα γίνει. Ανεξάρτητα αν το δημοψήφισμα πραγματοποιηθεί ή όχι, μελλοντικά και άλλες επαρχίες όπως η Χώρα των Βάσκων και η Σεβίλλη (το κίνημα ανεξαρτησίας εκεί είναι σαφώς πιο αδύναμο) ίσως ακολουθήσουν την πορεία των Καταλανών. Οι αντιδράσεις δεν άργησαν να εμφανιστούν. Με αφορμή τα όσα συνέβησαν στη Βαρκελώνη, το βασκικό κόμμα EH Bildu και το εθνικιστικό PNV κατήγγειλαν από κοινού την επέμβαση από την κυβέρνηση της Ισπανίας, ξεκαθαρίζοντας πως «δεν μπορούμε να κλείνουμε τα μάτια μας», ενώ παράλληλα, απαίτησαν την έκτακτη σύγκλιση του συνταγματικού συμβουλίου, καθώς και να μην κηρυχθεί η Καταλονία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Τι διακυβεύεται
Η Ισπανία δεν βρίσκεται γεωγραφικά σε κάποιο «κρίσιμο» γεωπολιτικό σταυροδρόμι. Παρόλα αυτά, οι εσωτερικές εξελίξεις στο ζήτημα του καθεστώτος της Καταλονίας και των Βάσκων, αν λάβουν αρνητική τροπή για τη Μαδρίτη, μπορεί να προκαλέσουν ντόμινο εξελίξεων σε άλλες εντός της ΕΕ χώρες που αντιμετωπίζουν ανάλογα αποσχιστικά κινήματα. Ενδεικτικά μόνο, η καρδιά της ΕΕ το Βέλγιο, βρίσκεται μόνιμα κάτω από την πίεση των Φλαμανδών του Βορρά, (ολλανδικής καταγωγής)οι οποίοι πλειοψηφικά επιθυμούν να φύγουν από τον κεντρικό έλεγχο των Βρυξελλών. Το ίδιο ίσως συμβεί και στην Ιταλία όπου ο ανεπτυγμένος Βορράς (Lega Nord) θέλει να… ξεχωρίσει τη θέση του από τον «οπισθοδρομικό» νότο, ενώ την ίδια στιγμή, η επαρχία της Βρετόνης στη Γαλλία, ζητά επιτακτικά να αναγνωριστεί επίσημα από το Παρίσι το τοπικό γλωσσικό ιδίωμα. Σε ότι αφορά τη Βρετανία και το αίτημα των Σκοτσέζων για ανεξαρτησία, οι συνθήκες είναι πλέον διαφορετικές καθώς η χώρα από το 2019 δεν θα είναι μέλος της ΕΕ, συνεπώς η οποιαδήποτε εξέλιξη στο συγκεκριμένο ζήτημα, δεν αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις για τις Βρυξέλλες, όσο για την Ισπανία.
Επιπλέον, η αναταραχή στις βορειοανατολικές επαρχίες, εμποδίζει την κεντρική κυβέρνηση του Μαριάνο Ραχόι, να πραγματοποιήσει με αυτοπεποίθηση μεταρρυθμίσεις στο εσωτερικό που τόσο ανάγκη έχει η οικονομία. Ταυτόχρονα, μια παρατεταμένη κρίση θα φέρει την «εύθραυστη» κυβέρνηση σε δυσμενή διαπραγματευτική θέση στα εξωτερικά ζητήματα, που μερικά από αυτά ακόμα «εκκρεμούν». Η πολιτική αστάθεια, ενδεχομένως να προκαλέσει από το πουθενά ζητήματα κυριαρχίας και ασφάλειας στο υπογάστριο της χώρας. Αν και αυτό το σενάριο είναι αρκετά «ασθενές» μερικές κτήσεις της Ισπανίας από την εποχή της αποικιοκρατίας, όπως οι νήσοι Περεχίλ, Αλουθέμας και Τσαφαρίνας, εύκολα μπορεί να γίνουν αντικείμενο επαναδιεκδίκησης από το γειτονικό Μαρόκο.
Το 1990 το Μαρόκο είχε διαμαρτυρηθεί έντονα στη Μαδρίτη, καθώς η στρατηγικής σημασίας νισήδα Περεχίλ εμφανιζόταν στο νέο σχέδιο νόμου αυτονομίας της πόλης Θέουτα (Θέουτα και Περεχίλ δεσπόζουν στις βορειοαφρικανικές ακτές στα σύνορα με το Μαρόκο) που συντάχθηκε από την τότε κυβέρνηση της Ισπανίας. Η κρίση έληξε υπέρ της Ισπανίας, ωστόσο, κανένας δεν μπορεί να προβλέψει αν θα προκύψουν αιτήματα από τη πρώην αποικία.
Προς το παρόν δεν γίνεται να λεχθούν πολλά για την πορεία της χώρας, δεδομένου ότι μέχρι την 1η Οκτωβρίου μπορεί να γίνουν πολλά.
Σε κάθε περίπτωση, η ειρήνη στην Ιβηρική χερσόνησο, θα εξαρτηθεί τόσο από τις προθέσεις των εθνικιστών Καταλανών και Βάσκων, όσο και από το πόσο είναι διατεθειμένη η κυβέρνηση Ραχόι να κάνει υποχωρήσεις, προστατεύοντας τόσο την ισπανική ενότητα και ταυτότητα, όσο και το πληγωμένο κύρος της ΕΕ.
Ο Παναγιώτης Αλιμήσης είναι ιστορικός και διεθνολόγος