Η ανώμαλη κατάσταση στα Σκόπια, μοιάζει προς το παρόν να έχει εκτονωθεί, ωστόσο, κάθε πλευρά παραμένει με το «δάκτυλο στη σκανδάλη». Η επίσκεψη του βοηθού Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Χόιτ Μπράιν Γι, κατεύνασε όπως φαίνεται τα πνεύματα, όμως ο απώτερος σκοπός της, ήταν να περάσει ένα ξεκάθαρο μήνυμα τόσο προς τους σλάβους της περιοχής όσο και προς την Μόσχα. Το γεγονός ότι κάλεσε τους Σκοπιανούς να δεχθούν την τοποθέτηση του Αλβανού βουλευτή Τζαφέρι στη προεδρία της Βουλής, επιβεβαίωσε την πάγια υπερασπιστική γραμμή που ακολουθεί η Ουάσιγκτον σε σχέση με τον αλβανικό παράγοντα.
Πριν την επίσκεψη του Γι, η Ρωσία είχε κατηγορήσει ευθέως τις ΗΠΑ ότι βρίσκονται πίσω από την πολιτική αστάθεια, καθώς θέλει αφενός να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του δυναμικού αλβανικού στοιχείου αφετέρου να μην επιτρέψει στη Μόσχα να αποκτήσει επιρροή στη περιοχή. Είναι «κοινό μυστικό» πως τα Σκόπια ως κρατική οντότητα δεν είναι βιώσιμη όπως παραδέχονται πολλοί αναλυτές. Και αυτό, γιατί η γεννητικότητα των αλβανών είναι μεγαλύτερη από εκείνη των Σλάβων. Αντίθετα, ένα ισχυρό αλβανικό στοιχείο με κύριο πυλώνα την Αλβανία και το Κόσοβο, αποτελούν μελλοντικά μια γεωπολιτική περιοχή πιστή στην Ουάσιγκτον και κατ’ επέκταση στο ΝΑΤΟ.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αμερικανός αξιωματούχος, κάλεσε όλες τις πλευρές (κυρίως του σλαβικού μέρους της Βουλής) να δεχτούν σχεδόν «άνευ όρων» την τοποθέτηση του Τζαφέρι, περνώντας έτσι το μήνυμα στους Σκοπιανούς ότι πρέπει να δεχθούν την νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται: Πρώτον την αποδοχή του αλβανικού στοιχείου, όχι ως μειονότητα (που είναι) αλλά ως εθνική και κρατική συνιστώσα, και δεύτερον, την αναβάθμιση του αλβανικού στοιχείου σε τοποτηρητή των «δυτικών συμφερόντων» στα δυτικά Βαλκάνια.
Ο ρόλος του Ράμα και η Ελλάδα
Ο Αλβανός πρωθυπουργός Εντι Ράμα ξέροντας πως έχει τις «πλάτες» της Δύσης αναδεικνύεται ολοένα και πιο πολύ σε έναν επικίνδυνο παίκτη που συνδέει αποτελεσματικά τις προσωπικές φιλοδοξίες του με τον αλβανικό μεγαλοϊδεατισμό. Ακολουθώντας πιστά την υποκριτική και ανιστόρητη πολιτική του μέντορά του Ταγίπ Ερντογάν υποδαυλίζει την κρίση στα Σκόπια με τη βοήθεια αλβανών βουλευτών ώστε να ενισχύσει τη δική του πολιτική θέση μέσα και έξω.
Σκοπός του είναι να στρέψει αλλού την προσοχή του αλβανικού λαού και να αποτρέψει ένα «απρόβλεπτο» αποτέλεσμα στις επερχόμενες εκλογές, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε δικαστική διερεύνηση των καταγγελιών για διασύνδεση του ίδιου με υποθέσεις που σχετίζονται με τα κυκλώματα καλλιέργειας και διακίνησης χασίς και ναρκωτικών. Είναι άλλωστε «κρυφό μυστικό» ότι η χώρα του έχει μετατραπεί στον μεγαλύτερο εξαγωγέα ουσιών στην Ευρώπη και όχι μόνο.
Βέβαια, ο Ράμα, δεν θα μπορούσε να μην διοχετεύσει το «κόμπλεξ» του και προς την Ελλάδα. Πριν ασχοληθεί με τα Σκόπια που είναι «εύκολη αρένα», είχε επιστρατεύσει το ιδεολόγημα της Μεγάλης Αλβανίας και εναντίον της Ελλάδας. Ένα περίπου μήνα πριν από τις προγραμματισμένες εκλογές της 18ης Ιουνίου, ανακαλύπτει με περισσή υποκρισία ότι είναι σε εξέλιξη σχέδιο… αποσταθεροποίησης της Αλβανίας από «δύο γειτονικές χώρες», αναφερόμενος υπαινικτικά στην Σερβία ενώ η άλλη είναι φυσικά η Ελλάδα.
Στην πραγματικότητα, ο Ράμα ποντάρει και ελπίζει ότι στο κοντινό μέλλον, μέσα στην Ελλάδα θα δημιουργηθούν-αν δεν υπάρχουν ήδη- οι αντικειμενικές συνθήκες, για να μπορέσει να εγείρει διεκδικήσεις ή να προκαλέσει προβοκάτσιες που θα ενοχοποιήσου την ελληνική πλευρά.
«Πονοκέφαλος» στο Βελιγράδι… εγρήγορση στη Μόσχα
Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία βλέπει πως η «αδύναμη» Σερβία, δεν είναι σε θέση να εξασφαλίσει τα νότια σύνορά της. Ήδη το αλβανικό στοιχείο στη κοιλάδα του Πρέσεβο, μια σερβική επαρχία μεταξύ Κοσόβου και Σκοπίων, έχει αρχίσει να εγείρει σοβαρές διεκδικήσεις. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, ότι Σέρβοι παραστρατιωτικοί βρίσκονται ήδη στα Σκόπια, όχι για να υπερασπίσουν το καθεστώς του Γκρουέφσκι, αλλά για να αναμετρηθούν αν χρειαστεί με τους περίπου 3.000 αλβανούς του UCK που επανεμφανίστηκαν δυναμικά στο προσκήνιο, με πολλούς από αυτούς να έχουν αποκομίσει πολεμική εμπειρία δίπλα στους τζιχαντιστές στη Συρία.
Η Σερβική παρουσία, θέλει να περάσει το μήνυμα προς τα Τίρανα και την Πρίστινα, πως κάθε αποσχιστική απόπειρα στα νότια και δυτικά Βαλκάνια δεν θα έχει την επιτυχία του 1999. Οι Ρώσοι από τη πλευρά τους, βλέποντας ότι στη Συρία πιθανόν να μην έχουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, δεν προτίθεται να αφήσουν άλλη μια «περιοχή ενδιαφέροντος» να πάει χαμένη.
Κατά τη διάρκεια των νατοϊκών βομβαρδισμών στο Κόσοβο, οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις δεν ήταν σε θέση να αντιπαρατεθούν με την αμερικανική πολεμική μηχανή, ούτε να υπερασπίσουν τη Σερβία. Όμως, 17 χρόνια μετά οι συσχετισμοί των στρατιωτικών δυνάμεων έχουν αλλάξει. Ο ρωσικός στρατός έχει τη δύναμη να επιφέρει μεγάλο και τετελεσμένο πλήγμα στην δυτικο-αλβανική συμμαχία αν κάποιος περάσει την «κόκκινη γραμμή». Οι Σέρβοι, διδασκόμενοι από την ιστορική τους εμπειρία πήραν το μάθημά τους, διαπιστώνοντας ότι η ρωσική ομπρέλα είναι η μόνη αξιόπιστη σύμμαχος για να μην επαναληφθεί το ’99 και όχι η ΕΕ.
Τι φοβάται ο Γκρουέφσκι
Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός του κρατιδίου Νίκολα Γκρούεφσκι, ως ο βασικός υποκινητής των επεισοδίων στη Βουλή των Σκοπίων, επιστρατεύει εκ νέου την εθνικιστική ρητορική, κατηγορώντας την αντιπολίτευση για προδοσία και υποταγή στις εντολές της αλβανικής κυβέρνησης. Όμως, ο Σκοπιανός ηγέτης διακατέχεται από έναν βαθύτερο φόβο που δεν είναι άλλος από την ίδια την πολιτική του ύπαρξη.
Εάν τυχόν σχηματιστεί κυβέρνηση από την αντιπολίτευση δεν αποκλείεται να βρεθεί στο επίκεντρο ερευνών για πολύ μεγάλα σκάνδαλα, όπως εκείνο των υποκλοπών, το οποίο προκάλεσε την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης και των Αλβανών.
Ο Γκρουέφσκι, προσπαθεί να εκμεταλλευτεί την αλβανική πίεση, μέσω του ιδεολογήματος του Μακεδονισμού και της ακραίας κινδυνολογίας, ώστε να διατηρήσει την -ισχνή έστω- πλειοψηφεία που διαθέτει, στο φοβισμένο σλαβικό λαϊκό σώμα. Τον αν βέβαια, θα πετύχει να διατηρήσει τα σκήπτρα του, θα φανεί το προσεχές διάστημα μέχρι τις εκλογές.
Του Παναγιώτη Αλιμήση