ΑΠΟΨΕΙΣ
“ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΙ ΑΝΤΙΘΕΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΗΣΗ ΤΩΝ F-16″AΘΡΟ ΤΟΥ ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΥΡΤΣΟΥ”
Ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Γιώργος Κύρτσος προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις με την ερώτηση που κατέθεσε στην ΕΕ για την επικείμένη αναβάθμιση των μαχητικών αεροσκαφών της ΠΑ, F-16. Με άρθρο του στο συνδρομητικό περιοδικό Greek Defence News ο Γιώργος Κύρτσος εξηγεί ποιες είναι οι ενστάσεις του για την αναβάθμιση των αεροσκαφών.
Το άρθρο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΥΡΤΣΟΥ 
Την τελευταία εικοσαετία έχει ανατραπεί η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας σε όλα τα επίπεδα υπέρ της γειτονικής χώρας. Αντιμετωπίζουμε λοιπόν μία μεγάλη πρόκληση γιατί πρέπει να ενισχύσουμε σταδιακά τη συγκριτική θέση της χώρας μας.

Οικονομική ανάπτυξη
Τις τρεις τετραετίες της πρωθυπουργίας Ερντογάν η Τουρκία διπλασίασε το κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Συνολικά το τουρκικό ΑΕΠ είναι 4 έως 5 φορές το ελληνικό γεγονός που δίνει άλλες δυνατότητες στην Τουρκία, όπως δείχνει και το φιλόδοξο πρόγραμμα εξοπλισμών που πραγματοποιεί.
Αντίθετα η Ελλάδα έχασε στη διάρκεια της κρίσης το 25% του ΑΕΠ και μπορεί το κατά κεφαλήν εισόδημα να είναι περίπου διπλάσιο του τουρκικού, συνολικά όμως η ελληνική οικονομία υστερεί σε δυναμισμό και προοπτική. Κατά συνέπεια, όποιος ενδιαφέρεται για την επεξεργασία μιας αποτελεσματικής αμυντικής στρατηγικής θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη έμφαση στην έξοδο από την κρίση και τη μετατροπή της αβέβαιης ανάκαμψης που βρίσκεται σε εξέλιξη σε σταθερή και δυναμική ανάπτυξη.
Η βασική προτεραιότητα της ελληνικής κυβέρνησης για τους επόμενους δώδεκα μήνες πρέπει να είναι η ολοκλήρωση του προγράμματος, με βάση όσα συμφωνήθηκαν με τους Ευρωπαίους εταίρους και η αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου. Θα χρειαστεί η κατανόηση των Ευρωπαίων εταίρων για να θεωρηθεί ότι η κυβέρνηση εφάρμοσε αυτά που υπέγραψε και η καλή πολιτική τους διάθεση για να προχωρήσουμε σε μία γενναία αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου, η οποία, όποια και να είναι η τεχνική που θα ακολουθηθεί θα μας απαλλάξει σε  βάθος χρόνου από υποχρεώσεις αρκετών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η έξοδος του ελληνικού Δημοσίου στις αγορές θα σημάνει, εάν επιτύχει, το τέλος της προνομιακής δανειοδότησης από τους Ευρωπαίους εταίρους με επιτόκιο της τάξης του 1%, όχι όμως το τέλος των μνημονιακού τύπου μέτρων τα οποία θα συνεχιστούν το 2019 με τη μείωση των παλαιών κύριων συντάξεων και το 2020 με τη δραστική μείωση του αφορολόγητου ορίου στο ετήσιο εισόδημα. Αφού καταφέρει η οικονομία μας να σταθεί στα πόδια της θα έχουμε μπροστά μας έναν μαραθώνιο για την κάλυψη της χαμένης οικονομικής απόστασης από την Τουρκία και τους Ευρωπαίους εταίρους. Πιστεύω λοιπόν ότι οποιαδήποτε ανοίγματα στο ζήτημα των εξοπλισμών θα πρέπει να ξεκινήσουν από τις αρχές του 2019 αφού έχουμε ρυθμίσει τις βασικές εκκρεμότητες που θα βάλουν την εθνική οικονομία σε μια νέα περίοδο ανάπτυξης.
Η κοινωνία και το δημογραφικό
Στη διάρκεια της τελευταίας εικοσαετίας ανατράπηκε η ισορροπία δυνάμεων σε βάρος της Ελλάδας και σε όφελος της Τουρκίας και σε ό,τι αφορά το δημογραφικό και την κοινωνική δυναμική.
Η Τουρκία είναι μια χώρα με εξαιρετικά νεανικό πληθυσμό που πλησιάζει τα 80 εκατομμύρια ενώ η Ελλάδα είναι μια χώρα με ηλικιωμένο πληθυσμό που υποχωρεί τα τελευταία χρόνια προς τα10 εκατομμύρια και αν συνεχιστούν οι αρνητικές τάσεις θα πέσει στο διάστημα της επόμενης εικοσαετίας προς τα 8,5 εκατομμύρια με ακόμη μεγαλύτερη μέση ηλικία. Έχουμε λοιπόν έναν γηρασμένο πληθυσμό ο οποίος δεν έχει μεγάλες αντοχές, λόγω βιολογικής, οικονομικής και κοινωνικής κόπωσης. Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση τείνει να ξεφύγει από τον έλεγχο με το λεγόμενο brain drain – την φυγή των πιο δυναμικών και μορφωμένων νέων στο εξωτερικό να παίρνει μεγάλες διαστάσεις- ένα μεγάλο ποσοστό των σαραντάρηδων και των πενηντάρηδων να περιθωριοποιούνται εξαιτίας της κρίσης και να έχουμε μόνο 4 εργαζόμενους για κάθε 3 συνταξιούχους.
Είναι φανερό ότι αν δεν βρούμε τρόπο να ορθοποδήσει η εθνική οικονομία και να ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή δεν θα μπορέσουμε να επεξεργαστούμε μία αξιόπιστη αμυντική στρατηγική. Δεν μπορούμε βέβαια να λύσουμε μέσα σε ένα -δυο χρόνια όλα τα κοινωνικά προβλήματα που δημιουργήθηκαν σε βάθος δεκαετιών αλλά μπορούμε να στείλουμε το μήνυμα ότι φτάσαμε στο τέλος της οικονομικής πτώσης και της εξασθένισης της κοινωνικής συνοχής.
Ισορροπία δυνάμεων
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι έχει ανατραπεί υπέρ της Τουρκίας και η ισορροπία σε επίπεδο Ενόπλων Δυνάμεων. Σε αυτή την ανατροπή έπαιξε σημαντικό ρόλο η οικονομική και κοινωνική αποδυνάμωση της Ελλάδας αλλά και η προκλητική κακοδιαχείριση δεκάδων δισεκατομμυρίων σε εξοπλιστικά προγράμματα τα περισσότερα από τα οποία αποφασίστηκαν επί κυβέρνησης Σημίτη με πρωτοβουλία του τότε υπουργού Εθνικής Άμυνας κ. Τσοχατζόπουλου.
Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της προμήθειας των 4 γερμανικών υποβρυχίων προηγμένης τεχνολογίας. Καταβάλαμε για αυτά το 2000-2001 προκαταβολή που ξεπερνούσε τα 2,5 δισ. ευρώ στο όνομα της κάλυψης κατεπείγουσας ανάγκης της Εθνικής Άμυνας, στο κλίμα που είχε δημιουργήσει η κρίση στα Ίμια. 15 χρόνια αργότερα τα 4 γερμανικά υποβρύχια δεν λειτουργούν ακόμη σαν ολοκληρωμένα οπλικά συστήματα ενώ έχουν δημιουργηθεί νέες οικονομικές εκκρεμότητες όπως έδειξε η απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου που υποχρεώνει το ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει, σε πρώτη φάση, 200 εκατομμύρια ευρώ στην ιδιοκτησία των ναυπηγείων Σκαραμαγκά.
Η κακοδιαχείριση του δημόσιου χρήματος σε ό,τι αφορά τα οπλικά συστήματα κατά το παρελθόν δείχνει ότι οι εξοπλισμοί, όταν δεν είναι καλά σχεδιασμένοι και εξυπηρετούν πολιτικές ή άλλες σκοπιμότητες, μπορούν να μετατραπούν σε μπούμερανγκ για την αμυντική στρατηγική της χώρας. Εάν είχαμε σήμερα στη διάθεσή μας ένα μέρος από τα ποσά που κατασπαταλήθηκαν επί κυβέρνησης Σημίτη-Τσοχατζόπουλου στην προμήθεια αμφίβολης αποτελεσματικότητας οπλικών συστημάτων θα μπορούσαμε να οργανώσουμε την επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας και να εξασφαλίσουμε στη συνέχεια την επαρκή χρηματοδότηση των αναγκαίων εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Παρά τα λάθη και τις παραλείψεις της ελληνικής πλευράς, η Τουρκία δεν είναι τόσο ισχυρή στρατιωτικά όσο δείχνει το οπλοστάσιό της.
Πρώτον, έχει πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις το Κουρδικό σε Συρία, Ιράκ και τη Νοτιοανατολική Τουρκία. Σημαντικό τμήμα των Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας είναι δεσμευμένο στην αιματηρή διαχείριση του κουρδικού μέσα και έξω από την Τουρκία και αυτό προβλέπεται να συνεχιστεί.
Δεύτερον, η σύγκρουση μεταξύ του καθεστώτος Ερντογάν και των Κεμαλιστών που είναι βαθιά ριζωμένη στις Ένοπλες Δυνάμεις, έχει περιορίσει τις στρατιωτικές δυνατότητες της γειτονικής χώρας ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά την πολεμική αεροπορία της. Η Πολεμική Αεροπορία της Τουρκίας πρωταγωνίστησε στο αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα κατά του καθεστώτος Ερντογάν το οποίο είχε 250 νεκρούς. Η απάντηση Ερντογάν ήταν εξαιρετικά σκληρή με αποτέλεσμα να υπάρξουν 50.000 συλλήψεις και 150.000 απολύσεις από τις Ένοπλες Δυνάμεις, τη δημόσια διοίκηση, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα της οικονομίας αλλά και τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Πολλοί έμπειροι αξιωματικοί της Πολεμικής Αεροπορίας διέφυγαν στο εξωτερικό ή συνελήφθησαν με αποτέλεσμα να χρησιμοποιούνται πιλότοι της Πολιτικής Ααεροπορίας, με παρελθόν στην Πολεμική Αεροπορία, για να καλυφθούν οι ανάγκες της.
Τρίτον, η Τουρκία έχει εντυπωσιακή εξάρτηση από την Ε.Ε. σε ό,τι αφορά το διεθνές εμπόριο, τον τουρισμό και τις επενδύσεις. Οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν αρχίσει να αξιολογούν αρνητικά την πολιτική συμπεριφορά του καθεστώτος Ερντογάν με αποτέλεσμα να περιορίζουν την προενταξιακή οικονομική ενίσχυση και να σκέφτονται σοβαρά το πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων που ξεκίνησαν το 2005.
Από τα παραπάνω βγάζουμε το συμπέρασμα ότι είμαστε υποχρεωμένοι να βελτιώσουμε την ισορροπία δυνάμεων σε επίπεδο εξοπλιστικών προγραμμάτων υπέρ της Ελλάδας αλλά ότι δεν υπάρχει άμεσος κίνδυνος εκδήλωσης επιθετικότητας εκ μέρους της Τουρκίας. Άλλωστε τα εξοπλιστικά προγράμματα εξελίσσονται υποχρεωτικά σε βάθος χρόνου και η συζήτηση έχει να κάνει με το τί πρόκειται να γίνει ή να μη γίνει τα επόμενα 5 έως 10 χρόνια πριν την ολοκλήρωση εξοπλιστικών προγραμμάτων όπως είναι η αναβάθμιση των μαχητικών F-16.
Κατά την άποψή μου λοιπόν, πρώτα η οικονομία και η κοινωνία και αμέσως μετά τα εξοπλιστικά προγράμματα και οτιδήποτε άλλο για να υπάρχει σωστή ιεράρχηση στόχων και το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την Εθνική Άμυνα η οποία, όπως τόνισα, δεν είναι μόνο υπόθεση εξοπλιστικών προγραμμάτων.
Η ευρωπαϊκή διάσταση
Στα θέματα που μας απασχολούν είναι ιδιαίτερα τονισμένη η ευρωπαϊκή διάσταση. Χρειάζεται η κατανόηση των Ευρωπαίων εταίρων για να θεωρηθεί ότι αφήνουμε πίσω μας το πρόγραμμα, όχι τόσο στη βάση όσων εφαρμόστηκαν -που είναι πολύ λιγότερα- αλλά όσων υπογράφηκαν. Επιβάλλεται επίσης η εκδήλωση της έμπρακτης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης για να υπάρξει μια γενναία αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου πριν τα τέλη του 2018, η οποία θα μας απαλλάξει από υποχρεώσεις αρκετών δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ.
Το ευρωπαϊκό περιβάλλον δεν εξελίσσεται, το τελευταίο διάστημα, θετικά για την Ελλάδα. Έχουμε την ενίσχυση των αυτονομιστών στην Καταλωνία οι οποίοι πλέον αποσκοπούν στην απόσχιση της πλούσιας περιοχής από την Ισπανία αλλά και στην περιοχή της Λομβαρδίας και του Βένετου στην Ιταλία, με βασικό αίτημα τη μείωση τουλάχιστον κατά 50% της καθαρής συνεισφοράς τους, ύψους 27 δισεκατομμυρίων ευρώ στον κρατικό προϋπολογισμό της Ιταλίας.
Η «επανάσταση» των πλούσιων περιοχών στην Ισπανία και σε μικρότερο βαθμό στην Ιταλία κατά του κεντρικού κράτους δημιουργεί τεράστια προβλήματα στην Ελλάδα. Εξασθενίζει ακόμη περισσότερο την οικονομική αλληλεγγύη των πλουσίων σε όφελος των λιγότερο αναπτυγμένων και το μήνυμα περνάει από το εθνικό-κρατικό στο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις στην ΕΕ δίνουν κυβερνήσεις οι οποίες τάσσονται κατά της αλληλεγγύης μέσω του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού υπέρ των λιγότερο αναπτυγμένων χωρών όπως η Ελλάδα, κατά της αύξησης των ιδίων πόρων της ΕΕ παρά το γεγονός ότι το Brexit θα δημιουργήσει μεγάλη «τρύπα» στον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και υπέρ μιας αυστηρότερης διαχείρισης του ελληνικού προγράμματος.
Κινδυνεύουμε να δούμε να αντικαθίσταται ο αυστηρός κ. Σόιμπλε στο Υπουργείο Οικονομικών της Γερμανίας με ένα στέλεχος του Φιλελεύθερου Κόμματος, το οποίο υποστηρίζει ότι η Ελλάδα δεν έχει θέση στην Ευρωζώνη. Στην Ολλανδία σχηματίστηκε νέος κυβερνητικός σχηματισμός υπό την πίεση του ακροδεξιού κόμματος της Ελευθερίας του κ. Βίλντερς, ο οποίος αποτελείται από δύο Χριστιανοδημοκρατικά και δύο Φιλελεύθερα κόμματα και εμφανίζεται ιδιαίτερα αυστηρός σε ό,τι αφορά στη διαχείριση του ελληνικού προγράμματος. Δυσάρεστες και οι εξελίξεις στην Αυστρία, όπου μετά τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές είναι εξαιρετικά πιθανός ο σχηματισμός κυβέρνησης συνασπισμού Κεντροδεξιάς και Άκρας Δεξιάς με ιδιαίτερα αυστηρές θέσεις για το ελληνικό πρόγραμμα και την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Τα μόνα θετικά μηνύματα για την ελληνική οικονομία και την αναδιάρθρωση του χρέους έρχονται το τελευταίο διάστημα από τον πρόεδρο της Γαλλίας κ. Μακρόν.
Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι οι υπογραφές για το ελληνικό χρέος είναι κυρίως ευρωπαϊκές. Κατά το παρελθόν οι προσπάθειες του προέδρου Ομπάμα να προωθήσει την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ελάχιστα επηρέασαν τους Ευρωπαίους ηγέτες παρά το γεγονός ότι επί της προεδρίας του οι σχέσεις ΗΠΑ και Ε.Ε. ήταν άριστες. Επίσης, οι παρεμβάσεις του ΔΝΤ υπέρ της μείωσης του χρέους του ελληνικού Δημοσίου δεν απέδωσαν αν και η επικεφαλής του κα. Λαγκάρντ ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας επί προεδρίας Σαρκοζί. Το μόνο συγκεκριμένο αποτέλεσμα της παρέμβασης του ΔΝΤ ήταν η επιβολή πρόσθετων μνημονιακού τύπου μέτρων για το 2019 και το 2020.
Το ΔΝΤ δεν «κουρεύει» τα δάνεια που έχει δώσει σε χώρες όπως η Ελλάδα γιατί αυτό απαγορεύεται από το καταστατικό του. Όσο για τις ΗΠΑ δεν συμμετέχουν στη χρηματοδότηση του ελληνικού χρέους επομένως δεν είναι σε θέση να υποδείξουν στους Ευρωπαίους τι πρέπει να κάνουν. Άλλωστε η επιρροή της κυβέρνησης Τραμπ στις Βρυξέλλες και στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις είναι πολύ μικρότερη από την επιρροή της κυβέρνησης Ομπάμα εφόσον οι ΗΠΑ συγκρούονται με την ΕΕ σε ένα σωρό ζητήματα μεγάλης σημασίας. Οι ΗΠΑ αποσύρθηκαν από τη συμφωνία του Παρισιού για την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, έφυγαν από την Ουνέσκο, εγκαταλείπουν τις διεθνείς εμπορικές συμφωνίες στο όνομα ενός επιλεκτικού προστατευτισμού και ετοιμάζονται να αμφισβητήσουν και τη διεθνή συμφωνία με το Ιράν για τη μη ανάπτυξη πυρηνικού οπλοστασίου. Σε αυτές τις συνθήκες θα πρέπει να είναι κάποιος πολύ αδιάβαστος και πολύ πρόχειρος για να επενδύσει στην αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου μέσω αμερικανικής παρέμβασης στους Ευρωπαίους.
Πρόωρη δέσμευση
Κατά τη διάρκεια της επίσημης επίσκεψης του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα στην Ουάσινγκτον πληροφορηθήκαμε από τον πρόεδρο των ΗΠΑ κ. Τραμπ ότι η Ελλάδα θα δαπανήσει 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια για την αναβάθμιση των περισσότερων F16 που διαθέτει η Πολεμική μας Αεροπορία με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν 6.000 θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ με χρήματα του ελληνικού Δημοσίου και των Ελλήνων φορολογουμένων.
Είναι φανερό ότι η σταθερή επένδυση της Πολεμικής Αεροπορίας μας στα F16, σε βάθος δεκαετιών, επιβάλλει την προώθηση κάποιου προγράμματος εκσυγχρονισμού τους. Έτσι όπως μεθοδεύτηκε η όλη υπόθεση δημιουργούνται σοβαρά προβλήματα σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Θα έπρεπε να είχε ενημερωθεί η ελληνική Βουλή και φυσικά ο ελληνικός λαός για το κόστος του προγράμματος προτού το πληροφορηθούμε από τον πρόεδρο Τραμπ. Η σχετική ενημέρωση που έγινε στην Επιτροπή Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων του ελληνικού Κοινοβουλίου περιορίστηκε στην περιγραφή των αναγκών της Πολεμικής Αεροπορίας χωρίς να θιγεί η οικονομική διάσταση της προμήθειας, η οποία βέβαια έχει τεράστια σημασία στις σημερινές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Δυστυχώς, δεν υπάρχει παράδοση στην Ελλάδα οικονομικής διαφάνειας και καλού προγραμματισμού των εξοπλισμών. Επιπλέον, ήταν αξιοπερίεργο το θέαμα του Έλληνα πρωθυπουργού «χορηγού» της βιομηχανίας των ΗΠΑ, με την ανεργία να έχει υποχωρήσει κάτω από το 4% στις ΗΠΑ, ενώ υποτίθεται ότι το επίσημο ταξίδι του αποσκοπούσε στην εξασφάλιση συγκεκριμένων παραγωγικών επενδύσεων για τη δημιουργία δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας στην Ελλάδα.
Αρνητικό κλίμα
Το χειρότερο είναι ότι η δέσμευση του πρωθυπουργού κ. Τσίπρα υπέρ ενός σημαντικού αμερικανικού εξοπλιστικού προγράμματος δημιουργεί πρόσθετες δυσκολίες στη συνεννόηση με τους Ευρωπαίους. Όπως ανέλυσα η ΕΕ περνάει μια δύσκολη πολιτική συγκυρία όπου κερδίζουν έδαφος οι δυνάμεις που τάσσονται κατά της ευρωπαϊκής επανεκκίνησης, ταυτόχρονα όμως εκδηλώνονται πρωτοβουλίες υπέρ μιας πιο ισχυρής και ενωμένης ΕΕ μετά το Brexit και δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη σταδιακή ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης. Αυτό το σχέδιο έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα γιατί μας επιτρέπει να παίξουμε πρωταγωνιστικό ρόλο στηριζόμενοι στις υψηλές, σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης, αμυντικές μας δαπάνες (της τάξης του 2,5 % του ΑΕΠ) ενώ μπορεί να μας προσφέρει σε βάθος χρόνου το στρατηγικό πλεονέκτημα που αναζητούμε έναντι της Τουρκίας.
Η ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης αναμένεται να οδηγήσει και στη μελλοντική εγγύηση των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, τα οποία συμπεριλαμβάνουν τα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία. Η Τουρκία δεν είναι ούτε πρόκειται να γίνει πλήρες μέλος της Ε.Ε. ενώ δεσπόζει με την παρουσία της στο ΝΑΤΟ παρά τις επιλογές που κάνει άλλοτε υπέρ της Ρωσίας και άλλοτε υπέρ του Ιράν, οι οποίες έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τη στρατηγική της Συμμαχίας.
Η Ελλάδα πρωταγωνίστρια της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ένωσης θα είναι απαλλαγμένη από τη δεσπόζουσα παρουσία της Τουρκίας και θα μπορέσει να διεκδικήσει την ευρωπαϊκή εγγύηση των συνόρων της την οποία δεν μπορεί να της εξασφαλίσει το ΝΑΤΟ.
Ο χρονικός προσδιορισμός
Με την επιλογή υπέρ των F16 κατά τη διάρκεια του επίσημου ταξιδιού του στην Ουάσινγκτον, ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας έστειλε μήνυμα ότι δεν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ευρωπαϊκή επανεκκίνηση, η οποία συμπεριλαμβάνει τη στενότερη ευρωπαϊκή αμυντική συνεργασία ιδιαίτερα στα εξοπλιστικά προγράμματα. Η ευρωπαϊκή δυσαρέσκεια δεν πρόκειται να εκδηλωθεί επίσημα αλλά είναι βέβαιο ότι θα επηρεάσει αποφάσεις που έχουν σχέση με την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα και την αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου.
Από τη στιγμή που ο κ. Τσίπρας υπογράφει επιταγές στην Ουάσιγκτον και περνάει το μήνυμα ότι «υπάρχουν τα λεφτά» αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα εμφανιστούν ιδιαίτερα αυστηρές στο ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους του ελληνικού Δημοσίου για να μην κατηγορηθούν από τα κόμματα της αντιπολίτευσης και τους φορολογούμενους πολίτες των χωρών τους ότι περνάνε τα βάρη του ελληνικού Δημοσίου στις δικές τους πλάτες χωρίς μάλιστα να δίνει η ελληνική κυβέρνηση ιδιαίτερη προτεραιότητα σε ευρωπαϊκές επιλογές.
Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα είναι πολύ πιθανόν να μας κοστίσει η αναβάθμιση των F16 όχι 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια αλλά 10 ή 15 δισεκατομμύρια ευρώ, όση δηλαδή θα είναι η διαφορά μεταξύ μιας γενναιόδωρης αναδιάρθρωσης του χρέους του ελληνικού Δημοσίου που θα εξέφραζε την καλή πολιτική διάθεση των Ευρωπαίων έναντι της πατρίδας μας και μιας «τσιγκούνικης» αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου που θα οφείλεται στην επιδείνωση της ευρωπαϊκής πολιτικής συγκυρίας και στη έλλειψη καλής πολιτικής διάθεσης προς την ελληνική κυβέρνηση η οποία σε αυτή τη φάση φαίνεται να επιμένει αμερικανικά στους εξοπλισμούς και σε ζητήματα που έχουν σχέση με την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Η σωστή στρατηγική που θα ενίσχυε την Εθνική Άμυνα θα έπρεπε να στηριχθεί στα ακόλουθα βήματα.
Πρώτον, στην ολοκλήρωση της συνεννόησης με τους Ευρωπαίους εταίρους για να βγούμε στις αγορές και να προχωρήσουμε στην αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου προτού αναλάβουμε οποιαδήποτε δέσμευση έναντι των ΗΠΑ για εξοπλιστικά προγράμματα.
Δεύτερον, στην προώθηση της αναβάθμισης ενός συγκεκριμένου αριθμού μαχητικών αεροσκαφών τύπου F16 μαζί με την προώθηση κάποιου ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος εξοπλιστικού προγράμματος αφού πρώτα είχαμε βάλει σε τάξη τα οικονομικά μας και το χρέος μας για δύο βασικούς λόγους. Για να μην είναι η δύναμη της Πολεμικής Αεροπορίας μας ένα απλό υποσύνολο της δύναμης της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας, του οποίου οι δυνατότητες είναι απόλυτα μετρήσιμες και προβλέψιμες. Για να στείλουμε το μήνυμα στους Ευρωπαίους εταίρους ότι μας ενδιαφέρει ένας πρωταγωνιστικός ρόλος στην Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση στα πλαίσια της ευρωπαϊκής επανεκκίνησης και με προοπτική την ευρωπαϊκή εγγύηση των συνόρων μας με την Τουρκία.
Υποστηρίζω ότι αν η κυβέρνηση είχε το σωστό χρονικό προσδιορισμό στις κινήσεις της και εξασφάλιζε την καλή συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους θα είχε σε διάστημα 18 μηνών περισσότερα χρήματα να δαπανήσει για τα αναγκαία εξοπλιστικά προγράμματα αξιοποιώντας και τις πρόσθετες διευκολύνσεις από μια γενναία αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου με πρωτοβουλία των Ευρωπαίων εταίρων.
Στο όνομα της βιαστικής κάλυψης αμυντικών αναγκών μας υποβαθμίζουμε προσωρινά τη σχέση μας με τους Ευρωπαίους εταίρους και περιορίζουμε τις οικονομικές μας δυνατότητες οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα της αμυντικής μας στρατηγικής. Και σε αυτό το ζήτημα η κυβέρνηση Τσίπρα κινήθηκε με λάθος τρόπο για επικοινωνιακούς ή άλλους λόγους.
Σκεφτείτε πόσο πιο ισχυρή θα ήταν η Εθνική Άμυνα και πόσο μεγαλύτερες οι δυνατότητες οικονομικής υποστήριξής της εάν η κυβέρνηση Τσίπρα είχε αποφύγει τη ρήξη με την Ευρωζώνη στο πρώτο εξάμηνο του 2015, είχε καταφέρει να αποφύγει τη δέσμευση σε ένα τόσο σκληρό τρίτο πρόγραμμα- μνημόνιο, το είχε εφαρμόσει έγκαιρα και αποτελεσματικά χωρίς πρόσθετα μέτρα για το 2019 και το 2020 και είχε αποφύγει χειρισμούς στην Ουάσιγκτον που μας απομακρύνουν από μία γενναία αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου.
Αποδεικνύεται στην πράξη ότι η στρατηγική της Εθνικής Άμυνας είναι μια πολύ πιο σύνθετη υπόθεση από τα εξοπλιστικά προγράμματα, τα οποία πρέπει να την υπηρετούν με τον χρονικό προσδιορισμό, το κόστος τους και τις διεθνείς προεκτάσεις τους. Η μόνη δικαιολογία που μπορώ να σκεφθώ για την κυβέρνηση Τσίπρα είναι ότι επαναλαμβάνει με το δικό της τρόπο λάθη στρατηγικής που σημειώθηκαν επί προηγούμενων κυβερνήσεων με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τα περισσότερα εξοπλιστικά προγράμματα της κυβέρνησης Σημίτη-Τσοχατζόπουλου. 

Related Post